Φορολόγηση ΙΧ: Η αυτορρύθμιση της αγοράς ή ένας ακόμη χαμένος χρόνος


Σε μια εποχή που ο κορωνοϊός μπορεί να ισοπεδώσει ό,τι άφησε όρθιο η οικονομική κρίση που έπληξε επί σειρά ετών τη χώρα, το να μιλάς για την «αγορά αυτοκινήτου» είναι πλεονασμός. Ή μήπως δεν είναι έτσι;

Πιστεύουμε πως όχι, καθώς κάποτε (ίσως και σήμερα) αποτελούσε έναν σημαντικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, αν κρίνει κανείς από τους τζίρους και το ποσοστό των άμεσων και έμμεσων φόρων στον κρατικό κορβανά.

Και μπορεί οι τζίροι να «έπεσαν», αποτέλεσμα της μείωσης των πωλήσεων, αυτό, όμως, που δεν λέει να… μειωθεί είναι η ακόρεστη φοροεισπρακτική διάθεση του κράτους.

Σε μια κοινωνία που φοροδοτικά έχει εξαντληθεί, το να επιμένεις στην ίδια πολιτική «απομύζησης» ή να εφευρίσκεις τρόπους να κάνεις το μαύρο-άσπρο, νομοτελειακά σε οδηγεί στον φαύλο κύκλο της εσωστρέφειας.

Πόση φαντασία να είχε, άραγε, ο νομοθέτης του λεγόμενου «φόρου πολυτελούς διαβίωσης» (ή της «εισφοράς αλληλεγγύης») με το κοινωνικό πρόσημο που επιχείρησε να αποδώσει;

Τουλάχιστον, στα όρια της διαστροφής…

Προσωπικά, δεν θεωρώ πως κάποιος με την επιλογή ενός αυτοκινήτου σύμφωνα με τις ανάγκες του «διαβιεί πολυτελώς» και φυσικά δεν αναφέρομαι σε εκείνα της luxury κατηγορίας που, έτσι και αλλιώς, αυτοπροσδιορίζονται, αν και διαφωνώ κάθετα με τη «φορο-τιμωρία» που επιβάλλεται.

Αναφέρομαι στα καθημερινά αυτοκίνητα, στα mainstream, όπως τα ονομάζουμε, που θα επιλέξει κάποιος για να τις προσωπικές και οικογενειακές του ανάγκες, πληρώντας και τις αυστηρότερες προδιαγραφές ασφάλειας, αλλά και οικολογίας.

Ο αγοραστής ενός τέτοιου αυτοκινήτου, παίρνοντας το δελτίο παραγγελίας στα χέρια του, θα δει τη χαοτική διαφορά που έχει η προ φόρων με τη λιανική τιμή αγοράς. Κυρίως λόγω της επιβολής του φόρου ταξινόμησης, αλλά και της «ρήτρας» CO2, που εκείνος θα κληθεί να πληρώσει! Και θα πρέπει να έχει το άγχος των τεκμηρίων για την ετήσια χρήση του…

Πρόσφατα η κυβέρνηση σε πλήρη ταύτιση με την ΕΕ προχώρησε σε ένα γενναίο πρόγραμμα επιδοτήσεων για τη διάδοση της ηλεκτροκίνησης στην Ελλάδα και σωστά έπραξε, αν κρίνουμε από την απήχηση που είχε. Τουλάχιστον, στο λανσάρισμά του.

Ωστόσο, θα περίμενε κανείς από εκείνην, αξιοποιώντας τη συγκυρία, να βάλει με κάποιο τρόπο στο «πλαίσιο» των φορελαφρύνσεων και τα συμβατικά αυτοκίνητα με χαμηλούς ρύπους.

Αναφερόμαστε στο 98% της ελληνικής αγοράς, καθώς απέχουμε πολύ από το να γίνουμε Νορβηγία.

Πάγια θέση μας είναι πώς η αγορά αυτοκινήτου και γενικότερα το επιχειρείν χρειάζονται «ελάφρυνση» και όχι «βαρίδια» που έχουν ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωσή της, ενώ δεν πιστεύουμε στην «αυτορρύθμιση» που πολλοί «ειδικοί» αναφέρουν ως επιχείρημα, επειδή δεν είναι διατεθειμένοι να σπάσουν αυγά.

Δικαιούσαι να ομιλείς για μια αγορά που αυτορυθμίζεται όταν δεν επιβάλλεις καμία κρατική παρέμβαση, αλλιώς οι πολιτικές σου (π.χ. υπερφορολόγηση) καθορίζουν την τύχη της.

Σε μια εποχή στην αυτοκίνηση που οι ρυθμοί, ακόμη και εν μέσω κορωνοϊού τρέχουν ασύλληπτα (ήδη η EE συζητά για μείωση του CO2 στο 55% αντί του 40% έως το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, με ό,τι συνεπάγεται αυτό), στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, ναι, σε αυτή που «βγήκε από τα μνημόνια», που «είναι κυρίαρχο κράτος», «ισότιμο μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ», που με κάθε κυβέρνηση ζει ένα νέο «success story», που μπορεί να αγοράζει πανάκριβα εξοπλιστικά προγράμματα, να καίει χρήματα σε «φιέστες» και «μεγάλους περιπάτους», είναι κρίμα να αντιμετωπίζονται οι πολίτες της τριτοκοσμικά.

Αφήνοντας στην άκρη την πολιτική και τις αποχρώσεις της, θεωρούμε άδικο για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας όλο αυτό που συμβαίνει. Να μην μπορεί ο μέσος Έλληνας να αλλάξει το αυτοκίνητό του με ένα ασφαλέστερο και σύγχρονης τεχνολογίας, τόσο εύκολα όπως συμβαίνει με έναν μέσο Ευρωπαίο και όχι απαραίτητα της Κεντρικής ή Βόρειας Ευρώπης. Έναν Πορτογάλο, για παράδειγμα…

  • Κοιτάξτε πόσο έχουν ακριβύνει τα αυτοκίνητα σήμερα. Για να πάρεις ένα καλά εξοπλισμένο αυτοκίνητο πόλης, θέλεις πάνω από €15.000, για ένα μικρό SUV ακουμπάς τα €20.000, για ένα μικρομεσαίο €25.000 και πάει λέγοντας.
  • Γιατί έχουν ακριβύνει τα αυτοκίνητα; Προφανώς δεν έχει να κάνει με τον κανόνα της ζήτησης, αλλά, αφενός, με τη νέα εμπορική πολιτική των εργοστασίων, αφετέρου με τους φόρους που τα επιβαρύνουν στην Ελλάδα.
  • Και δεν έχεις τελειώσει. Έχεις τον βραχνά του τεκμηρίου, που κάτι να μην πάει καλά στη δουλειά σου, π.χ. μια «αναστολή», θα πρέπει να αποδείξεις στην εφορία ότι δεν είσαι ελέφαντας.

Είναι δεδομένο, εκείνοι που κρατούν στα χέρια τους την αγορά -και δεν αναφέρομαι μόνο στους πολιτικούς- θα πρέπει να ενσκήψουν με ρεαλισμό στο μείζον πρόβλημά της: την υπερφορολόγηση. Επιτέλους, ας την εξορθολογήσουν!

Η ανάπτυξή της πρωτίστως θα έρθει με τα συμβατικά αυτοκίνητα και εκεί θα πρέπει να πέσει το βάρος των δράσεων και όχι μόνον στα ηλεκτρικά που απευθύνονται σε ένα μικρό κομμάτι της κοινωνίας για λόγους που έχουμε εξηγήσει.

Αλλιώς, θα κάνουμε ένα βήμα εμπρός και δύο πίσω.

Όπως πέρσι και φέτος…