Τι κρύβεται πίσω από την ιστορία των ηλεκτρικών οχημάτων της Peugeot


Η Peugeot προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον με την παρουσίαση των ηλεκτροκίνητων e-208 και e-2008 στη αγορά. Οι Γάλλοι εμφανίστηκαν έτοιμοι για τη νέα τάση στην αυτοκίνηση αλλά αυτό δεν ήταν μια τυχαία συγκυρία. Οι βάσεις είχαν τεθεί περισσότερο από έναν αιώνα πριν.

  • ΚΕΙΜΕΝΟ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΖΩΓΛΟΠΙΤΗΣ, ΦΩΤ.: ΑΡΧΕΙΟ.
  • 24/2/2021

Το ενδιαφέρον για τα ηλεκτροκίνητα οχήματα αποδεικνύεται το καινούργιο «παιχνίδι» μας σε ό,τι αφορά στην καθημερινή ενασχόλησή μας με τα πεπραγμένα στην αυτοκίνηση. Από τη διαδικασία –μεταξύ άλλων– προκύπτει και κάτι που μάλλον δεν μας αρέσει κατά τη συνειδητοποίησή του. Ότι αυτό που θεωρούμε ως «μοντέρνο», «καινοτομία», «το μέλλον», «το καλύτερο μέσο για την προστασία του περιβάλλοντος» κ.λπ. είναι σχεδόν τόσο παλιό όσο και η ιστορία του αυτοκινήτου.

Η Peugeot είναι μία από τις εταιρείες που δύνανται να το επιβεβαιώσουν. Ήδη από το 1902, οκτώ χρόνια έπειτα από την ίδρυση της Société des Automobiles Peugeot, είχε αρχίσει να πειραματίζεται με τη δημιουργία ηλεκτροκίνητων οχημάτων που θα χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά προϊόντων εντός πόλης. Κατασκεύασε μερικά αλλά εγκατέλειψε την προσπάθεια λόγω των δυσκολιών που υπήρχαν εξαιτίας της μικρής αυτονομίας κίνησής τους και ανυπαρξίας σταθμών ανεφοδιασμού των μπαταριών με ενέργεια. Όμως, δεν εγκατέλειψε την ιδέα. Ας κάνουμε μια σύντομη αναδρομή στο… ηλεκτρικό παρελθόν της και τα αποτελέσματα της προσπάθειάς της κατά καιρούς.

Το VLV

Το 1941, η Peugeot επανήλθε στην ηλεκτροκίνηση εξαιτίας των συνθηκών. Η Γαλλία, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Ευρώπης, βρισκόταν υπό τη γερμανική κατοχή και κάθε βιομηχανική δραστηριότητα όπως και η διαχείριση καυσίμων ελέγχονταν από τους Γερμανούς. Όμως, οι άνθρωποι της γαλλικής αυτοκινητοβιομηχανίας αποφάσισαν να δημιουργήσουν το VLV («Véhicule Léger de Ville»), δηλαδή ένα μικρό (και ελαφρύ, κατά την ονομασία του) όχημα πόλης. Επρόκειτο για ένα διθέσιο cabriolet το οποίο είχε τη διαμόρφωση τρικύκλου, μόνο που στο πίσω μέρος του είχε δύο τροχούς, πολύ κοντά μεταξύ τους.

Το VLV είχε τέσσερις μπαταρίες 12 V έκαστη (σύνολο 48 V) τοποθετημένες στο εμπρός μέρος του που έδιναν μέγιστη αυτονομία 70-80 km, ενώ η τελική ταχύτητά του έφτανε μόλις τα 35 km/h. Σύμφωνα με την εταιρεία, ο ηλεκτροκινητήρας του απέδιδε μόλις 1,3 PS –υπό συνθήκες έφτανε και τους 3,5 PS– και κινούσε τους πίσω τροχούς. Το VLV κατασκευάστηκε μόνο σε 377 μονάδες, στο εργοστάσιο La Garenne-Colombes που βρίσκεται στην περιοχή του Παρισιού, από τον Ιούνιο του 1941 έως και το 1943, οπότε η λεγόμενη «κυβέρνηση του Vichy» απαγόρευσε την παραγωγή του. Το μήκος του αυτοκινήτου έφτανε τα 2.670 mm, το ύψος του ήταν 1.210 mm, το μεταξόνιό του 1.783 mm ενώ ζύγιζε 348 kg.

Peugeot 106 Électrique

Το 1993, πενήντα δύο χρόνια αργότερα, η Peugeot θα παρουσιάσει την ηλεκτροκίνητη έκδοση του 106. Αρχικά, 25 οχήματα παραχωρήθηκαν σε ιδιώτες, επαγγελματίες και τις τοπικές αρχές της πόλης La Rochelle για δύο χρόνια, από τα τέλη της χρονιάς ως και τα τέλη του 1995, για να χρησιμοποιηθούν για τις ανάγκες μετακίνησης ιδιωτών και υπαλλήλων του δήμου και να εξαχθούν συμπεράσματα από τη χρήση τους. Το Peugeot 106 Électrique άρχισε να παράγεται για εμπορική χρήση το 1995. Ο ηλεκτροκινητήρας του κατασκευαζόταν από τη Heuliez και απέδιδε 27 PS. Διέθετε μπαταρίες νικελίου-καδμίου της Saft Groupe S.A. και η μέγιστη θεωρητική αυτονομία του έφτανε τα 100 km. Η τελική ταχύτητά του περιοριζόταν στα 90 km/h, ενώ το βάρος του ξεπερνούσε τον έναν τόνο.

Κατά μία έννοια, το 106 δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί «100% ηλεκτρικό» υπό τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε στις ημέρες μας ένα τέτοιο όχημα. Ο λόγος; Το αυτοκίνητο διέθετε και έναν μικρό πετρελαιοκινητήρα (και τεπόζιτο καυσίμου οκτώ λίτρων) ο οποίος υπήρχε μόνο για να υποστηρίζει τη λειτουργία του καλοριφέρ και να μην απαιτείται ηλεκτρική ενέργεια για αυτό. Σύμφωνα με την Peugeot, τη δεκαετία 1993-2003 κατασκευάστηκαν 3.542 μονάδες του ηλεκτροκίνητου 106. 

Peugeot Ion

Το πρωτότυπο Ion παρουσιάστηκε το 1994 στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού και αποτέλεσε προάγγελο των ηλεκτρικών οχημάτων πόλης. Με τη δυνατότητα της ελευθερίας που έχουν οι δημιουργοί σε τέτοιες περιπτώσεις, το Ion διέθετε τεχνολογίες που θα κάλυπταν τις ανάγκες των επιβατών στη νέα χιλιετία που (τότε) θα ερχόταν έξι χρόνια αργότερα.

Το αυτοκίνητο είχε στον εξοπλισμό του CD-player, οθόνες για τους πίσω επιβάτες όπου θα μπορούσαν να βλέπουν ταινίες ή να παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια, καθώς και σύστημα hands-free για το τηλέφωνο. Το Ion είχε μήκος 3,32 m, πλάτος 1,6 m και θέσεις για τέσσερα άτομα. Ο ηλεκτροκινητήρας του απέδιδε 27 PS και έπαιρνε ενέργεια από μπαταρίες νικελίου-καδμίου.

Peugeot TULIP

Το 1996, οι άνθρωποι της Peugeot παρουσίασαν το πρωτότυπο TULIP το οποίο δεν ήταν απλώς ένα ηλεκτροκίνητο όχημα αλλά δημιουργήθηκε για να ικανοποιήσει μια υπηρεσία, αυτή που σήμερα ονομάζουμε «μετακίνηση διαμοιρασμού». Ουσιαστικά, η γαλλική εταιρεία πρωτοπόρησε, θέτοντας από τότε τις βάσεις για την κοινή χρήση του αυτοκινήτου εντός πόλης, με την καταβολή του αντίστοιχου αντίτιμο.

Η ονομασία του TULIP προερχόταν από τις λέξεις που συνέθεταν τη φράση «Transport Urbain Libre Individual et Public» και σκοπός ήταν να δημιουργηθεί ένα αστικό δίκτυο όπου θα αποτελούταν από έναν ικανό αριθμό οχημάτων τα οποία θα προορίζονταν για την μετακίνηση εντός πόλης, με την ύπαρξη ενός κέντρου συντονισμού. To μικρό όχημα ήταν διθέσιο, είχε μήκος 2,1 m, ηλεκτροκινητήρα μέγιστης ισχύος 13 PS, μέγιστη θεωρητική αυτονομία 72 km και μέγιστη τελική ταχύτητα 75 km/h.

Peugeot Touareg

Την ίδια χρονιά (1996), η Peugeot παρουσίασε και το πρωτότυπο Touareg το οποίο ήταν το αντίθετο του TULIP, καθώς προοριζόταν για εξορμήσεις στη φύση. Είναι η εποχή όπου η τάση των οχημάτων «Ελεύθερου Χρόνου», όπως προσδιορίζονταν τότε τα SUV, βρίσκεται στην πρώτη ακμή της και η Peugeot δείχνει πώς αντιλαμβάνεται ένα τέτοιο ηλεκτροκίνητο αυτοκίνητο. Το Touareg ξεχωρίζει για τη σχεδίαση και την τύπου baggy μορφή του αμαξώματος.

Ο ηλεκτροκινητήρας του απόδιδε μέγιστη ισχύ 48 PS, ήταν τοποθετημένος στο κέντρο και έδινε κίνηση και στους τέσσερις τροχούς. Το αυτοκίνητο διέθετε και έναν μικρό βενζινοκινητήρα ο οποίος λειτουργούσε ως γεννήτρια για να φορτίζει τις μπαταρίες νικελίου-υδριδίου μετάλλου. Το τεπόζιτο 15 λίτρων που υπήρχε στο αυτοκίνητο αύξανε την αυτονομία του αυτοκινήτου κατά 300 km επιπλέον, μέχρι τον αναγκαστικό ανεφοδιασμό του.

Peugeot e-doll και Bobslid

Το πολυπόθητο έτος 2000 μετά Χριστόν έχει έλθει στο ημερολόγιο και η Peugeot, μεταξύ άλλων, παρουσιάζει στο Σαλόνι Αυτοκινήτου του Παρισιού δύο φουτουριστικά ηλεκτροκίνητα πρωτότυπα: το e-doll και το Bobslid. Το e-doll είχε σχεδίαση που θύμιζε «παιχνίδι για μεγάλα παιδιά» και αυτή ήταν η αισθητική προσέγγισή του. Σκοπός ήταν να καταδειχθεί ότι τα οχήματα πόλης δεν θα πρέπει να είναι τυπικά σε μορφή αλλά να δημιουργούν έντονα και ευχάριστα συναισθήματα. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την τεχνολογία του ήταν προηγμένο. Διέθετε δύο ηλεκτροκινητήρες που προέρχονταν από το Scoot'elec (το ηλεκτροκίνητο σκούτερ της εταιρείας), και είχε τιμόνι από αυτό, αντί για το κλασικό κυκλικό των αυτοκινήτων.

Το Bobslid, επίσης ήταν ενδιαφέρον για άλλους λόγους. Το αμάξωμά του ήταν έντονα κεκλιμένο και η μεγάλη γυάλινη επιφάνειά του άνοιγε περιστροφικά προς την αριστερή πλευρά του οχήματος για να εισέλθουν και να εξέλθουν οι τρεις επιβάτες του. Η θέση του οδηγού ήταν εμπρός και οι άλλες δύο πίσω του και αυτός χειριζόταν το όχημα μέσω μοχλών (joysticks). Εκτός από αυτό, ενδιαφέρον είχε και το σύστημα μετάδοσης της κίνησης.

Το Bobslid είχε 40 ηλεκτροκινητήρες –ναι καλά διαβάσατε, σαράντα–, δέκα σε κάθε τροχό. Το μέγεθος καθενός από αυτούς ήταν μικρό και έκαστος είχε ισχύ 500 Watt. Κάθε τροχός είχε δέκα ηλεκτροκινητήρες τοποθετημένους στο κάλυμμά του, οι οποίοι μετέδιδαν την κίνηση στη ζάντα μέσω γραναζιών.

Peugeot BB1

Το 2009, η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία παρουσίασε το BB1, μία ακόμα ιδέα για ένα μικρών διαστάσεων ηλεκτροκίνητο όχημα πόλης. Το μήκος του ήταν μόλις 2,5 m και το βάρος δεν ξεπερνούσε τα 600 kg. Χάρη στη διαμόρφωση του εσωτερικού, τέσσερις ενήλικοι μπορούσαν να χωρέσουν εντός του, ενώ διέθετε τιμόνι μοτοσυκλέτας. Το BB1 είχε δύο ηλεκτροκινητήρες που κινούσαν τους πίσω τροχούς και βρίσκονταν τοποθετημένοι σε καθέναν από αυτούς. Η απόδοση έκαστου ήταν 10 PS (20 PS, συνολικά), ενώ οι μπαταρίες ιόντων-λιθίου που διέθετε επέτρεπαν στο αυτοκίνητο μια μέγιστη θεωρητική αυτονομία 120 km.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Entry ignition: Το μέλλον των βενζινοκινητήρων!

Η ιστορία πίσω από τα λογότυπα των Γερμανικών εταιριών αυτοκινήτου

Από που προέρχονται οι ονομασίες των αυτοκινητοβιομηχανιών;

Για περισσότερα Stories από το χώρο του αυτοκινήτου ΚΛΙΚ ΕΔΩ