Φωτορεπορτάζ: Όταν η Παραλία Θεσσαλονίκης μεταμορφώθηκε σε πίστα F1 (videos)


Το Car and Driver βρέθηκε στην Παραλία Θεσσαλονίκης όπου το μονοθέσιο της Red Bull ξεσήκωσε τις 120.000 κόσμου με τα εντυπωσιακά περάσματα. Τι μας είπαν οι μεγάλοι πρωταγωνιστές του showrun.

  • ΚΕΙΜΕΝΟ: ΜΑΡΙΛΗ ΠΙΝΙΑΤΑΡΟ / ΦΩΤΟ: ΜΑΡΙΛΗ ΠΙΝΙΑΤΑΡΟ, RED BULL CONTENT POOL
  • 24/9/2023

Η Red Bull κατέφτασε στη Θεσσαλονίκη για το Red Bull Showrun by Alumil, φέροντας μαζί της έναν «στρατό» από οχήματα, οδηγούς, πιλότους και αναβάτες, προσφέροντας μοναδικό θέαμα.

Η μέρα ξεκίνησε για τους fans με τις δραστηριότητες του experience village που στήθηκε πίσω από το άγαλμα του Μεγ. Αλεξάνδρου στη Νέα Παραλία, όπου μπορούσαν να αγοράσουν συλλεκτικό merchandise, να δοκιμάσουν τα αντανακλαστικά τους και να αλλάξουν ελαστικά στο pit stop challenge. Φυσικά, τη δική τους γωνιά του Experience Village είχαν κι οι ομάδες του Formula Student, οι οποίες έδωσαν την ευκαιρία σε μικρούς και μεγάλους να δουν από κοντά τα μονοθέσια, αλλά και να καθίσουν μέσα σε αυτά.

Λίγο πριν την έναρξη της δράσης, κάναμε ξενάγηση στο paddock του event, είδαμε από κοντά την πρωταθλήτρια του 2012, RB8, πίσω από το τιμόνι της οποίας κάθισε ο Patrick Friesacher, όπως και τις δύο BMW M4 των Red Bull Drift Brothers.

Ο Patrick Friesacher μας μίλησε για τα συναισθήματά του πριν μπει στο μονοθέσιο με το οποίο ο Sebastian Vettel κατέκτησε το πρωτάθλημα οδηγών το 2012, λέγοντας ότι είναι κατενθουσιασμένος κι ότι είναι μεγάλη του τιμή που βρίσκεται στη θέση να οδηγεί ένα τόσο εμβληματικό μονοθέσιο.

«Η RB8 είναι φανταστική, όμως θα ήθελα να οδηγήσω και το φετινό μονοθέσιο της Red Bull. Οδήγησα την RB18, δηλαδή το αυτοκίνητο του 2022, κι ήταν μια εκπληκτική εμπειρία,» είπε ο Αυστριακός, όταν τον ρωτήσαμε ποιο είναι το αγαπημένο του αυτοκίνητο. «Όσον αφορά στα αυτοκίνητα δρόμου, νομίζω ότι θα διάλεγα το Land Rover Defender. Έχω οικογένεια, δύο παιδιά, κι έτσι νομίζω ότι θα ήταν αρκετά εξυπηρετικό.»

Σειρά είχε ο Elias Hountondji, ο οποίος έτρεξε χωρίς τον αδερφό του, Johannes, αφού ο δεύτερος αναρρώνει από τραυματισμό. Τη θέση του Johannes πήρε ο Πολωνός επαγγελματίας drifter, Adam Zalewski.

Ο Elias μάς εξήγησε τα πάντα για την πολυαγαπημένη του BMW M4: «Πρόκειται για μια BMW M4 G82, είναι το τρέχον μοντέλο. Ξεκινήσαμε να «χτίζουμε» το αυτοκίνητο στα τέλη του 2020, έχοντας ως βάση δύο αυτοκίνητα στη μορφή πριν περάσουν στην παραγωγή, με στόχο να ξεπεράσουμε τα 1.000 PS. Χρησιμοποιήσαμε τον κινητήρα S58 και τα περισσότερα μέρη του, αυτή τη στιγμή, είναι «μαμά». Φυσικά τροποποιήσαμε την εξάτμιση και το σύστημα ψύξης, αναβαθμίσαμε το turbo και χρησιμοποιήσαμε σύστημα άμεσου ψεκασμού, γιατί έτσι παίρνεις την ακρίβεια που χρειάζεσαι για να φτάσεις σε τόσο υψηλά νούμερα ισχύος.

«Όσο για το σύστημα ψύξης, το διπλασιάσαμε, αφού πλέον έχουμε ένα ψυγείο στο μπροστινό, κι ένα στο πίσω μέρος. Με όλη αυτήν την ισχύ, οι θερμοκρασίες πρέπει να διατηρούνται στο επιθυμητό επίπεδο, αλλιώς η ισχύς δε θα κρατήσει για πολύ.

«Είναι εκπληκτικό το πόσα μέρη του κινητήρα έχουν διατηρηθεί όπως ήταν όταν λάβαμε τα αυτοκίνητα από την BMW, όπως για παράδειγμα η εισαγωγή. Επίσης, έχουμε ένα σειριακό κιβώτιο ταχυτήτων που μπορεί να διαχειριστεί έως και 1.400 Nm ροπής, με το όχημα να παράγει σχεδόν 1.300 Nm όταν το 'τερματίζουμε'.

«Εκτός αυτού, η ανάρτηση είναι εξ ολοκλήρου δικού μας σχεδιασμού και κατασκευής. Στο μπροστινό μέρος χρειαζόμαστε επιπλέον κίνηση, ενώ στο πίσω μέρος χρειαζόμαστε βέλτιστη πρόσφυση και δυνατότητα για προσαρμογή, έτσι ώστε να μπορούμε να φέρουμε τα πάντα στα μέτρα μας.

«Και το bodykit είναι σχεδιασμένο από εμάς, είναι 150mm φαρδύτερο στο πίσω μέρος, ενώ το πιο εκθαμβωτικό στοιχείο του αυτοκινήτου είναι φυσικά η εξάτμιση, η οποία προεξέχει από το πίσω παράθυρο. Αυτό το στοιχείο είναι βέβαια μόνο για το θέαμα, όμως μου αρέσει πολύ.

«Είμαι πολύ περήφανος για τις δύο M4 μας. Έχω σπουδάσει αεροδιαστημική μηχανική κι έτσι προσπαθώ πάντα να εφαρμόζω τις γνώσεις μου στο να αναλύω τα δεδομένα και να κάνω προσομοιώσεις για να δω ποιο είναι το καλύτερο setup για το αυτοκίνητο. Το πρότζεκτ ξεκίνησε από το μηδέν και γι αυτό είμαι πολύ χαρούμενος με το αποτέλεσμα που έχουμε αυτή τη στιγμή στα χέρια μας.

«Ο κλωβός ασφαλείας, τα ηλεκτρονικά, όλα είναι σχεδιασμένα και μελετημένα από εμένα και την ομάδα μου. Έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε κάτι ανθεκτικό, που δεν «σκοτώνεται» όπως άλλα αυτοκίνητα drift. Τα προσέχουμε και μας προσέχουν. Όπως είπε κι ο σπουδαίος Walter Rohrl, ‘Δεν μπορείς να συμπεριφέρεσαι σε ένα αυτοκίνητο, όπως συμπεριφέρεσαι σε έναν άνθρωπο. Το αυτοκίνητο χρειάζεται αγάπη.’»

Η δράση ξεκίνησε στις 17:00 ακριβώς, με τον Arunas ‘Aras’ Gibieza, stunt rider της ομάδας της Red Bull, να ανοίγει το show. Στη συνέχεια, την πίστα της Nέας Παραλίας κατέκλυσαν οι Drift Brothers, δίνοντας στο κοινό μια πρώτη γεύση από αυτό που επρόκειτο να δουν, κάνοντας τα πρώτα τους περάσματα και «καίγοντας» το πρώτο σετ ελαστικών. Στο παιχνίδι μπήκε κι ο Έλληνας πρωταθλητής Paramotor, Δημήτρης Κολλιάκος, ο οποίος πέταξε σε πολύ κοντινή απόσταση πάνω από τους θεατές, κόβοντας την ανάσα.

Η πίστα άδειασε κι οι περίπου 120.000 θεατές που ήταν συγκεντρωμένοι σε κάθε σημείο της παραλίας ξεκίνησαν να ζητωκραυγάζουν ακόμα πιο έντονα, γνωρίζοντας τι έρχεται. Για τους περισσότερους, αυτό ήταν και το highlight του showrun: Η RB8.

Ο Patrick Friesacher βγήκε από το paddock κρατώντας μια ελληνική σημαία, με την εικόνα αυτή να κάνει τον γύρο του κόσμου σε δευτερόλεπτα. Το θέαμα μόλις είχε ξεκινήσει. Αργότερα μάλιστα έγιναν και συνδυαστικά acts, με τους Drift Brothers, τον Patrick Friesacher, τον Aras Gibieza, τον Δημήτρη Κολλιάκο και τον πιλότο του αγωνιστικού ελικοπτέρου της Red Bull, Mirko Flaim, να βρίσκονται μέσα στην πίστα, ταυτόχρονα.

Όταν η σκόνη «έκατσε» στο έδαφος κι η μυρωδιά του καμένου ελαστικού και καουτσούκ υποχώρησε, μιλήσαμε με τους πρωταγωνιστές του showrun, οι οποίοι μάς έδωσαν τον «παλμό» του event.

«Ήταν απερίγραπτο, το λάτρεψα. Έχω βρεθεί σε πολλά showruns όπως αυτό, όμως αυτό είναι ιδιαίτερα ξεχωριστό. Η πίστα ήταν αρκετά μεγάλη σε μήκος, αλλά και πλάτος και πιστεύω ότι ήταν πολύ ωραία για τους θεατές, αφού μπορούσαν να δουν τα πάντα. Υπήρχε κόσμος σε όλο το μήκος της διαδρομής, κι έτσι το κοινό έβλεπε όλα τα επιμέρους στοιχεία του run μου. Φυσικά είχαμε και τον Aras, τους Drift Brothers, το ελικόπτερο και τον Δημήτρη με το paramotor, οπότε δημιουργήσαμε ένα συνδυαστικό αποτέλεσμα που δε βλέπει κανείς συχνά,» είπε ο Patrick Friesacher, κάνοντας τη δική του ανασκόπηση.

Όταν ρωτήθηκε εάν αντιμετώπισε κάποια δυσκολία όταν ήρθε η ώρα για τα συνδυαστικά acts, ο ίδιος είπε: «Δεν ήταν δύσκολο, οι driftbrothers ξέρουν τι κάνουν, εγώ ξέρω τι κάνω, όπως κι ο Aras, οπότε εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον και δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό.»

Ο Αυστριακός πιλότος αποκάλυψε επίσης ότι οι πίστες πόλης είναι οι αγαπημένες του, κι έτσι είδε πολλά στοιχεία που του άρεσαν στην πίστα της Νέας Παραλίας. «Συμμετέχω σε αγώνες από τότε που ήμουν μικρό παιδί, οπότε οι αγώνες είναι το πάθος μου. Μου αρέσουν πολύ οι πίστες πόλης, οπότε το συγκεκριμένο showrun ήταν κατά κάποιον τρόπο ένας συνδυασμός των δύο. Σε μία πίστα πόλης δεν υπάρχει χώρος για λάθος, και πρέπει να είσαι απόλυτα ακριβής. Αυτό είναι και το στοιχείο που μου αρέσει τόσο περισσότερο,» είπε.

Με τη σειρά του, ο Aras Gibieza μίλησε για το showrun στη Θεσσαλονίκη, λέγοντας ότι «οι Έλληνες είναι πολύ φιλόξενοι, το κοινό ήταν εκπληκτικό κι ειλικρινά δεν περίμενα να δω τόσο κόσμο. Μου άρεσε πολύ, η πίστα ήταν εύκολη για εμένα, η μεγαλύτερη δυσκολία που χρειάστηκε να αντιμετωπίσω ήταν η ζέστη και γι αυτόν ακριβώς τον λόγο στεκόμουν για τόση ώρα πάνω στη μηχανή. Έτσι με χτυπάει περισσότερο ο αέρας και μπορώ να πάρω μια ανάσα, προσφέροντας παράλληλα ένα εντυπωσιακό θέαμα για το κοινό. Θα μπορούσα να στέκομαι εκεί για ώρες ατελείωτες.»

Κι ο Elias Hountondji έκανε λόγο για τη ζέστη που επικράτησε καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, με τη θερμοκρασία του αέρα να φτάνει έως και τους 33 βαθμούς Κελσίου: «Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ αντιμετώπισα αρκετά μεγάλο πρόβλημα με τη ζέστη. Ο ήλιος χτυπάει ακριβώς πάνω στην οροφή και σε συνδυασμό με τη ζέστη από τον κινητήρα δημιουργείται ένα πολύ αποπνικτικό κλίμα μέσα στην καμπίνα. Η θερμοκρασία φτάνει έως και τους 55-60 βαθμούς Κελσίου κι αυτό είναι πολύ εξουθενωτικό.

«Κάθε φορά που βγαίναμε στην πίστα χρησιμοποιούσαμε κι ένα καινούργιο σετ ελαστικών. Μόνο σε 1 ή 2 σετ μπορείς να δεις αυτή τη στιγμή τις αυλακώσεις, όλα τα υπόλοιπα έχουν γίνει εντελώς λεία. Η επιφάνεια του εδάφους ήταν αρκετά τραχιά κι έτσι η υποβάθμιση των ελαστικών είναι αρκετά μεγάλη. Μπορείς πολύ εύκολα να χάσεις την πρόσφυση σε τέτοιες συνθήκες και να βρεθείς πολύ κοντά στον τοίχο, ή ακόμα και να τον ακουμπήσεις. Έπρεπε να είμαι απόλυτα συγκεντρωμένος όλη την ώρα, γιατί αν έκανα έστω κι ένα μικρό λάθος, θα χτυπούσαμε. Και φυσικά αυτό δεν είναι κάτι που θέλουμε να γίνει μπροστά στο κοινό.»

Φυσικά, δε θα μπορούσαμε να μην μιλήσουμε με τον Έλληνα πρωταθλητή, Δημήτρη Κολλιάκο: «Με τα δικά μου μάτια, το showrun ήταν εκπληκτικό. Απογειώθηκα κι είδα τον τριπλάσιο κόσμο από αυτό που περίμενα, πρέπει να κάλυπταν περίπου 3-4 km της παραλίας. Ευχαριστούμε τους πάντες που ήρθαν και καταφέραμε κι εμείς να δούμε από κοντά την RB8, είναι κι εμένα η πρώτη μου φορά που βλέπω μονοθέσιο από τόσο κοντά. Εγώ δεν αντιμετώπισα ιδιαίτερο θέμα με τη ζέστη, μόνο τις στιγμές πριν απογειωθώ. Μετά την απογείωση όλα ήταν καλά, με χτυπούσε ο αέρας κι έτσι δε ζεσταινόμουν καθόλου.»