Τα λαμπιόνια της οργής


To πνεύμα των Χριστουγέννων "έσβησε" μαζί με την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει σε αυτόν τον τόπο.

Αν διατηρείτε ακόμα και σήμερα την αισιοδοξία σας και την κακή συνήθεια να βλέπετε το ποτήρι μισογεμάτο θεωρώντας ότι το φως της ελπίδας είναι εκείνο που θα σβήσει τελευταίο σε αυτήν τη χώρα, τότε ίσως να μην υπέπεσαν στην αντίληψή σας όσα γράφτηκαν και ειπώθηκαν τις… άγιες ημέρες διά ασήμαντον αφορμή.

Εν μέσω σεναρίων ενός νέου ελληνοτουρκικού πολέμου και μιας παγκόσμιας σύρραξης που οι αναλυτές του «καναπέως» και μύστες της συνωμοσιολογίας προσβλέπουν μόνο και μόνο για να επιβεβαιωθούν για πρώτη και τελευταία φορά, κάποιοι θεώρησαν ότι ακόμα και τα γιορτινά λαμπιόνια που πήραν θέση στους αθηναϊκούς δρόμους με σκοπό να κρύψουν πίσω από τη λάμψη τους λίγη από την ασχήμια αυτής της πόλης θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο σφοδρής κριτικής.

Βλέπετε, τα λαμπιόνια που στέκονταν εκεί για να φωτίσουν τις ημέρες και τις νύχτες των φετινών γιορτών προσέβαλλαν την αισθητική εκείνων που δεκαετίες ολόκληρες προσβάλλουν τη νοημοσύνη όλων μας καταδικάζοντας μια ολόκληρη πόλη - μια ολόκληρη χώρα στην απαξίωση και στον μαρασμό.

Τα λαμπιόνια που τοποθετήθηκαν χωρίς ο προϋπολογισμός του μεγαλύτερου δήμου της χώρας να επιβαρυνθεί έστω και με ένα ευρώ στάθηκαν η αφορμή ώστε η δημόσια σφαίρα των κοινωνικών δικτύων να κατακλυστεί από φαιδρές δημοσιεύσεις, φαιδρών τύπων που έχουν απωλέσει προ πολλού την επαφή τους με την πραγματικότητα.

Είναι οι ίδιοι που μέχρι πρότινος κάπνιζαν αρειμανίως σε δημόσιους χώρους αδιαφορώντας για το πού θα καταλήξει ο καπνός τους, είναι οι ίδιοι που αξιοποιούν… δημιουργικά κάθε πιθαμή ασφάλτου, πεζοδρομίου ή γης για να σταθμεύσουν το όχημά τους. Είναι εκείνοι που στην επόμενη μεγάλη έξοδο από τον κλεινόν άστυ θα κατακλείσουν τη Λωρίδα Εκτάκτου Ανάγκης θεωρώντας αναφαίρετο δικαίωμά τους να κινούνται σε αυτήν.

Τα λαμπιόνια της οργής αργά ή γρήγορα θα σβήσουν, ετούτη τη φορά μαζί με την ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει σε αυτόν τον τόπο, κάτι μπορεί να τον σπρώξει μακριά από τη μιζέρια και τη βλαχιά που ο καθείς κουβαλάει μέσα του.