Η κατηγορία των ανοικτών αυτοκινήτων στις μέρες μας περνάει μία σχετική κρίση. Δεν είναι μόνο η έντονη άνοδος των SUV, που μονοπωλεί το ενδιαφέρον, είναι και η νέα γενιά μάνατζερ των εταιριών που ξεφεύγουν από τη λογική του παλαιάς κοπής «αυτοκινητά», βλέποντας τα πάντα ως νούμερα. Προτάσεις περιορισμένης παραγωγής, χωρίς ουσιαστικό κέρδος, δεν έχουν θέση σε μία σύγχρονη γκάμα μοντέλων. Σε μια τέτοια εποχή, το θυμικό και το συναίσθημα περνάνε απλά σε δεύτερη μοίρα.
Αναφορικά με τα roadster, το ίδιο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι ίσχυε και τη δεκαετία του 1970-80, όπου δεν υπήρχαν πολλές προτάσεις διαθέσιμες, αφού και οι Βρετανοί είχαν παρατήσει τα speedster. Ο θρύλος, λοιπόν, θέλει τον πρωταγωνιστή του παρόντος άρθρου να αποτυπώνεται για πρώτη φορά ως σκέψη, το 1976.
Υπήρχε τότε ένας δημοσιογράφος του ειδικού τύπου, που εργαζόταν στο περιοδικό Motor Trend, ονόματι Bob Hall. Αυτός μιλούσε καλά Ιαπωνικά και οι γνώσεις του ήταν εξαιρετικές επάνω στα αντίστοιχα αυτοκίνητα. Κάποια στιγμή έτυχε να γνωριστεί με τους Kenichi Yamamoto και Gai Arai, οι οποίοι έτρεχαν το τμήμα Research and Development της Mazda. Επάνω στην κουβέντα τον ρώτησαν τι αυτοκίνητο θα έπρεπε να παρουσιάσει η Mazda στο μέλλον και αυτός αναμασώντας κάπως τα λόγια του απάντησε ότι πλέον δεν υπάρχουν κλασικά Βρετανικά σπορ αυτοκίνητα, με τον αέρα να σου παίρνει τα μαλλιά και τα έντομα να χτυπάνε στο πρόσωπό σου. Κάποιος θα έπρεπε να κατασκευάσει ένα οικονομικό roadster…
Τα χρόνια πέρασαν και το 1981, ο Hall συναντήθηκε ξανά με τον Yamamoto, υπό διαφορετικές συνθήκες. Ο πρώτος δούλευε πλέον στη Mazda USA, στο κομμάτι του product planning, ενώ ο δεύτερος ήταν πρόεδρος της Mazda Motors. Οι δύο άντρες θυμήθηκαν εκείνη την κουβέντα και το 1982 ο Hall πήρε το πράσινο φως για να την εξελίξει. Έτσι, προσέλαβε τον Mark Jordan, ένα σχεδιαστή για το νέο στούντιο σχεδιασμού της Mazda στην Καλιφόρνια.
Ένα χρόνο μετά, το «Offline 55» πρόγραμμα μπήκε μπροστά, για τη σχεδίαση ενός ελαφρού σπορ αυτοκινήτου. Αυτό μάλιστα μετεξελίχθηκε σε έναν ανταγωνισμό μεταξύ των σχεδιαστικών ομάδων της Καλιφόρνια και του Τόκυο. Τελικά κέρδισε το μοντέλο των Αμερικανών (Οι Ιάπωνες είχαν θέσει δύο προτάσεις, μία με κινητήρα και κίνηση μπροστά και μία με κινητήρα στο κέντρο και κίνηση πίσω) και όλο αυτό μετεξελίχθηκε στο πρώτο MX-5. Ας δούμε λοιπόν τις τέσσερις γενιές του αυτοκινήτου, με εικονογράφηση από την Bugetdirect.
1η γενιά (1989-1997)
Το πρώτο Miata παρουσιάστηκε στις ΗΠΑ, στο σαλόνι αυτοκινήτου του Σικάγο. Για κάποιους φαινόταν ως παραφωνία ανάμεσα στα βαριά, με μεγάλους κινητήρες αμερικάνικα μοντέλα. Η συνταγή όμως ήταν να δημιουργηθεί κάτι που θα έχει τη βάση του στα κλασικά Βρετανικά roadster. Κάτι μικρό και ελαφρύ, που δεν θα χρειάζεται μεγάλη ισχύ για να κινηθεί σβέλτα.
Ακόμα και σήμερα εκείνο το πρώτο MX-5 αποτελεί σημείο αναφοράς για μία ολόκληρη κατηγορία οχημάτων, όπου ξεκίνησε μία δεύτερη νιότη, χάρη σε αυτό. Ο ατμοσφαιρικός κινητήρας των 1,6 λίτρων του, απέδιδε μόλις 115 ίππους. Με συνολικό βάρος όμως κάτω από τα 1.000 κιλά, για να ολοκληρώσει το 0-100 απαιτούσε περίπου 9 sec. Το μεγάλο, ωστόσο, ατού δεν ήταν τόσο οι επιδόσεις σε απόλυτα νούμερα, όσο η οδηγική απόλαυση που προσέφερε. Το εξαιρετικό τιμόνι του και η δυνατότητα να κινείσαι ανοίγοντας την τροχιά του πίσω μέρους, κατά το δοκούν.
2η γενιά (1998-2005)
Οι νέοι κανονισμοί ανάγκασαν τους Ιάπωνες να αλλάξουν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του Miata της πρώτης γενιάς. Τα φώτα του δεν μπορούσαν πλέον να είναι pop-up αλλά θα έπρεπε να βρίσκονται σταθερά τοποθετημένα στο εμπρόσθιο μέρος του αυτοκινήτου. Κατά τα άλλα και το αμάξωμα κέρδισε κάτι σε διαστάσεις, δίνοντας τη δυνατότητα σε πιο εύσωμους οδηγούς να μπορούν να το οδηγήσουν χωρίς να νιώθουν ότι στριμώχνονται.
Κάτω από το καπό βρισκόταν ένα ελαφρά μεγαλύτερο σύνολο, 1,8 λίτρων, με 140 ίππους. Σε σχετικά περιορισμένο αριθμό, η Mazda έβγαλε και μία υπερτροφοδοτούμενη έκδοση, με 180 ίππους. Αυτή έχει μία κάποια αξία, καθώς ποτέ ξανά δεν κυκλοφόρησε MX-5 με turbo κινητήρα.
3η γενιά (2005-2015)
Με την τρίτη γενιά του αυτοκινήτου η Mazda προσπάθησε να επαναφέρει κάτι από τις σχεδιαστικές γραμμές του πρώτου, προσθέτοντας όμως αρκετά μοντέρνα χαρακτηριστικά. Ένα νέο πλαίσιο βελτίωσε αισθητά τη στρεπτική ακαμψία του οχήματος, ενώ οι ενδιαφερόμενοι μπορούσαν να το επιλέξουν είτε με μαλακή, είτε με σκληρή αναδιπλούμενη οροφή.
Η μικρή έκδοση έφερε κινητήρα 1,8 λίτρων/ 126 ίππων, ενώ η μεγαλύτερη, 2,0 λίτρων, ανέβαζε την ισχύ στους 160-170 ίππους. Πέρα από το μηχανικό κιβώτιο των έξι σχέσεων, υπήρχε διαθέσιμο και ένα αυτόματο έξι σχέσεων, με paddles πίσω από το τιμόνι. Η αύξηση πάντως του βάρους και η βελτίωση αναρτήσεων και ελαστικών, έκανε την τρίτη γενιά του MX-5 να είναι λιγότερο παιχνιδιάρικη από τις προηγούμενες.
4η γενιά (2015-σήμερα)
Στην τρέχουσα γενιά οι άνθρωποι της Mazda φρόντισαν να επαναφέρουν την ισορροπία στο σύμπαν. Βασισμένοι στις αρχές του ίδιου του μοντέλου, μείωσαν το συνολικό βάρος για χάρη των επιδόσεων και της προσφερόμενης αίσθησης. Παράλληλα, οι σχεδιαστές της φίρμας δούλεψαν έτσι ώστε να παρουσιάσουν ό,τι πιο επιθετικό έχουμε δει ποτέ σε roadster με το λογότυπο MX-5. Για την ακρίβεια, δημιούργησαν δύο ξεχωριστές εκδόσεις, το κλασικό Roadster και το Retractable Fastback (RF).
Αντίστοιχα και εδώ προσφέρονται δύο εκδόσεις ισχύος, 132 και 184 ίππων. Σε αυτή μάλιστα τη γενιά, οι Ιάπωνες κατάφεραν να γιορτάσουν το ορόσημο του 1.000.000 αυτοκινήτων, κάνοντας το MX-5 το πιο επιτυχημένο roadster που κυκλοφόρησε ποτέ στον πλανήτη.
Διαβάστε ακόμα:
Ανακαλύψτε τις 4 γενιές Subaru Impreza WRX
Suzuki Jimny: Ταξιδεύοντας στον χρόνο με έναν τετρακίνητο θρύλο