Formula 1: O δισεπίλυτος γρίφος της νέας σεζόν


Μπορεί να μας χωρίζουν δύο μήνες μέχρι το ξεκίνημα του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος 2021 της Formula 1, ωστόσο οι… πονοκέφαλοι ήδη έχουν ξεκινήσει σε όλους τους τομείς.

  • Κείμενο: Γιάννης-Μάριος Παπαδόπουλος, Φωτ.: Αρχείο
  • 1/2/2021

«Με το βλέμμα στο 2022». Αυτός θα μπορούσε να είναι ο… εναλλακτικός τίτλος της σαιζόν που σε περίπου δύο μήνες ξεκινά στη Formula 1. Το «ανατρεπτικό» 2021, με τις αλλαγές στο πρόγραμμα λόγω COVID-19, με τις «ανατροπές» εντός και εκτός πιστών, με τις μετακινήσεις πιλότων πριν καν ξεκινήσει το Πρωτάθλημα, έχει περάσει στην ιστορία.

Οι ομάδες… ζεσταίνουν τις μηχανές τους ενόψει του 2021, το οποίο αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Κι ελπίδα όλων είναι αυτό το «pre season» ενδιαφέρον να διατηρηθεί και κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής χρονιάς. Ήδη οι πρώτες αλλαγές, αναφορικά με το πρόγραμμα των αγώνων, έχουν γίνει, με τον COVID-19 να μας θυμίζει καθημερινά πως δεν πρόκειται έτσι εύκολα να φύγει από τη ζωή μας.

Μέσα όλο το αυτό το «ιδιαίτερο» περιβάλλον, οι δέκα ομάδες έχουν ήδη στρέψει από την πρώτη ημέρα του 2021 το βλέμμα τους στο 2022. Τα τεχνικά επιτελεία έχουν ήδη ξεκινήσει την εξέλιξη των επόμενων μονοθεσίων, μιας και το 2022 θα είναι χρονιά μεγάλων αλλαγών και τα μονοθέσια δεν θα θυμίζουν σε τίποτα αυτά του 2021.

Μεγάλο μέρος, ίσως το μεγαλύτερο, του μπάτζετ του 2021 θα επενδυθεί στο μονοθέσιο του 2022, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό στην εξέλιξη των φετινών αγωνιστικών οχημάτων. Οι περισσότερες ομάδες, άλλωστε, είχαν ξεκαθαρίσει πως μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του 2020 θα είχαν «ολοκληρώσει» σχεδόν σε απόλυτο βαθμό την εξέλιξη του μονοθεσίου του 2021, προκειμένου να στρέψουν το ενδιαφέρον τους στη μεγάλη «πρόκληση» που ακούει στο όνομα «Παγκόσμιο Πρωτάθλημα 2022».

Στην ουσία, λοιπόν, το 2021 προβλέπεται να είναι μια «μεταβατική» χρονιά. Οι αλλαγές στα μονοθέσια θα είναι περιορισμένες, εξαιτίας του «παγώματος» που είχε συμφωνηθεί από την άνοιξη του 2020, προκειμένου να περιοριστούν και τα έξοδα των ομάδων σε μια περίοδο ζοφερή. Υπό τούτο το πρίσμα θα έλεγε κανείς πως δεν περιμένουμε δραματικές διαφοροποιήσεις συγκριτικά με όσα είδαμε το 2020.

Ωστόσο, δεν θα είναι και ακριβώς ίδια τα πράγματα. Ναι, η Mercedes ξεκινά για ακόμα μία χρονιά από την… pole positon, όμως αναμένεται να έχει ισχυρό συναγωνισμό. Ο Toto Wolff το γνωρίζει πολύ καλά αυτό. Ο Αυστριακός από τα τέλος του 2020 έστειλε το μήνυμα πως η χρονιά που ξεκινά σε λίγες εβδομάδες δεν θα είναι εύκολη για την ομάδα του. Όμως, κακά τα ψέματα, η Mercedes βρίσκεται τουλάχιστον ένα… μήκος μονοθεσίου μπροστά από τους διώκτες της και θα πρέπει και η ίδια να το… θελήσει για να μην κατακτήσει ακόμα ένα Πρωτάθλημα.

Θα είναι η Aston Martin, η νέα δύναμη;

Ο πήχης μπήκε ψηλά το 2020. Το μονοθέσιο της Mercedes του 2019, βαμμένο… ροζ ως Racing Point, ήταν αυτό που τουλάχιστον μέχρι το τελευταίο τρίτο της χρονιάς είχε κλέψει τις εντυπώσεις. Βέβαια, η Racing Point δεν κατάφερε εντέλει να διατηρήσει την τρίτη θέση στους κατασκευαστές, καθώς οι 15 βαθμοί που της αφαιρέθηκαν γιατί χρησιμοποίησε μη εγκεκριμένα μέρη από τη Mercedes του 2019, ήταν αρκετοί ώστε να επιτρέψουν στη McLaren να την… προσπεράσει.

Η Racing Point, όμως, μπήκε στο… χρονοντούλαπο της ιστορίας. Και η Aston Martin Racing, η οποία τη διαδέχεται το 2021, είναι μια ομάδα «κτισμένη» πάνω σε στέρεες βάσεις. Με μεγάλα οικονομικά κεφάλαια, μια ομάδα μηχανικών που δουλεύει εδώ και πολλά χρόνια μαζί, αλλά και με τον Sebastian Vettel στο ένα από τα δύο μονοθέσια, στοχεύει στη συχνή παρουσία της στο βάθρο.

Πολλοί θεωρούν ότι η Aston Martin μπορεί να αποτελέσει το «αντίπαλον δέος» της Red Bull στη μάχη για τη δεύτερη θέση στους κατασκευαστές. Για να συμβεί αυτό, όμως, θα πρέπει ο Lance Stroll να αποδείξει ότι είναι ένας πιλότος που μπορεί να σηκώσει στις πλάτες του το βάρος της οδήγησης ενός κορυφαίου μονοθεσίου.

Ο Καναδός πέρυσι δεν μπόρεσε να φανεί ανταγωνιστικός απέναντι στον –best of the rest, μιας και ήταν τέταρτος στην τελική βαθμολογία πίσω από Hamilton, Bottas και Verstappen, έχοντας χάσει και δύο αγώνες λόγω COVID- Sergio Perez. Με τον Vettel στην ομάδα (του πατέρα του) τα πράγματα θα είναι ακόμα πιο δύσκολα για τον Stroll. Ο Γερμανός είναι διψασμένος για επιτυχίες, σίγουρα είναι συνολικά καλύτερος οδηγός από τον Perez κι ο Stroll θα πρέπει να κάνει δυναμική επανεκκίνηση στην καριέρα του, ώστε να βοηθήσει την ομάδα του να επιτύχει τους στόχους της.

Διότι για να μπορέσει η Aston Martin να «κοντράρει» τη Red Bull, θα πρέπει να παίρνει βαθμούς και από τους δύο πιλότους της, ειδικά από τη στιγμή που στην αυστριακή ομάδα τα πράγματα έχουν αλλάξει σημαντικά στον συγκεκριμένο τομέα.

Τι αλλάζει με τον Perez στη Red Bull

Η τελευταία διετία υπήρξε μια περίοδος βαθιάς περισυλλογής για τη Red Bull. Από τη στιγμή που αποχώρησε από την ομάδα ο Daniel Ricciardo με προορισμό τη Renault, η αυστριακή ομάδα ναι μεν έδωσε στον Max Verstappen τον ξεκάθαρο ρόλο του «νούμερο 1» πιλότου, εντούτοις άξαφνα βρέθηκε σε μια εντελώς πρωτόγνωρη γι’ αυτήν κατάσταση: ουσιαστική βαθμολογική συνεισφορά είχε μόνον ο Ολλανδός, μιας και ούτε ο Pierre Gasly (στο πρώτο μισό του 2019) ούτε ο Alex Albon (τον τελευταίο ενάμιση χρόνο) μπόρεσαν να συμβάλλουν ώστε η Red Bull να αποτελέσει το «αντίπαλον δέος» στη Mercedes.

Ναι, «ελλείψει» Ferrari ήταν εύκολο για τους «ταύρους» να τερματίσουν δεύτεροι και δίχως ανταγωνισμό, όμως… μέχρι εκεί. Η επιλογή του Sergio Perez μπορεί να προσφέρει στη Red Bull ακριβώς αυτό που της έλειπε: έναν πιλότο που επίσης θα προσφέρει σταθερά βαθμούς στην ομάδα και θα συμβάλλει ώστε να μπορέσει να διεκδικήσει τον τίτλο των κατασκευαστών.

Ο Perez είναι μαθημένος στα δύσκολα. Τα τελευταία χρόνια οδηγεί σταθερά σε υψηλό επίπεδο, ενώ έχει συνεργαστεί και με teammates που ήταν αρκετά… δυναμικοί. Σημαντικό τούτο, μιας και η συνεργασία του με τον Verstappen δεν θα είναι μια απλή υπόθεση. Θα χρειαστεί και οι δύο να βάλουν νερό στο κρασί τους, αν και με τον Helmut Marko παρόντα, πολλά προβλήματα λύνονται εν τη γενέσει τους.

Κι αν για τον Μεξικανό μπορεί κανείς να πει πως πιο εύκολα θα κάνει μισό βηματάκι πίσω, αναγνωρίζοντας και το ότι η Red Bull τού έδωσε την ευκαιρία να παραμείνει στη Formula 1, ενώ οι πιθανότητες ήταν να έβλεπε το Πρωτάθλημα του 2021 από το… σπίτι του, για τον Ολλανδό δεν ισχύει το ίδιο.

Εφόσον η ομάδα τούς διαχειριστεί σωστά και τους δώσει ακριβώς τον ίδιο εξοπλισμό για να δουλέψουν, τότε η Red Bull δεν θα είναι απλώς δεύτερη, αλλά θα μπορέσει πραγματικά να… πονοκεφαλιάσει τη Mercedes.

Θα είναι βελτιωμένη η Ferrari;

Δεν χωρά αμφιβολία πως αποτελεί το μεγάλο ερώτημα του 2021. Και επί της ουσίας είναι ένα ερώτημα που αφορά όχι μόνο στη Ferrari, αλλά και στις άλλες δύο στενά συνδεδεμένες με τη «scuderia» ομάδες, την Alfa Romeo και τη Haas. Η Ferrari βρίσκεται σε φάση ριζικής αναδιάρθρωσης, με πολλούς μηχανικούς της να έχουν «μετακομίσει» στο διπλανό κτίριο εντός των εγκαταστάσεων του Μαρανέλο, όπου στεγάζεται πλέον το τμήμα εξέλιξης της Haas.

Φαίνεται πως οι «δεσμοί» της Ferrari με τη Haas αυτήν τη στιγμή είναι πολύ πιο ισχυροί από τους αντίστοιχους με την Alfa Romeo, όμως ο χρόνος θα δείξει κατά πόσον αυτές οι ισορροπίες θα διατηρηθούν ως έχουν ή αν θα μεταβληθούν εκ νέου.

Η Ferrari έχει πολύ δρόμο να διανύσει. Ο νέος κινητήρας είναι έτοιμος και οι μηχανικοί της ομάδας αισιοδοξούν πως η απόδοσή του θα είναι παραπλήσια αυτών των Renault και Honda. Μάλιστα, η Ferrari εξέλιξε την τεχνολογία Jet Ignition, η οποία επιτρέπει την έκχυση καυσίμου με πίεση 500 bar μέσω μπεκ υψηλής ακρίβειας, ούτως ώστε να επιτύχει οικονομία καυσίμου. Πρόκειται για μια τεχνολογική πατέντα της Ferrari, την οποία δημιούργησε σε συνεργασία με τη γερμανική Mahle και πέραν της οικονομίας καυσίμου, αποσκοπεί και στην επίτευξη της βέλτιστης θερμιδικής απόδοσης του κινητήρα.

Ωστόσο, αυτό θα φανεί στην πράξη και σίγουρα δεν είναι το μοναδικό «πρόβλημα» που αντιμετώπισε η ιταλική ομάδα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Τα δύο tokens «ξοδεύτηκαν» για τον ανασχεδιασμό του πίσω μέρους, εκεί όπου η Ferrari είχε σημαντικό ζήτημα με τη συνολική λειτουργία του μονοθεσίου της το 2020. Εντούτοις, όσο καλή δουλειά κι αν έχει γίνει με το πίσω τμήμα, εάν ο κινητήρας και πάλι είναι «ασθενικό», η Ferrari δεν θα δει προκοπή.

Σίγουρα αποτελεί μεγάλο «στοίχημα» το πόσο γρήγορα θα μπορέσει να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον ο Carlos Sainz κι αν θα μπορέσει να προσφέρει περισσότερα απ’ αυτά που προσέφερε το 2020 ο Sebastian Vettel.

Πάντως, το μεγαλύτερο ζητούμενο είναι να διαμορφωθούν οι κατάλληλες ισορροπίες εντός του «οργανισμού Ferrari». Η αποχώρηση του Louis Camilleri στις αρχές Δεκεμβρίου από τη θέση του CEO της εταιρείας, δημιούργησε ένα κενό εξουσίας, το οποίο θα περίμενε κανείς ότι θα είχε καλυφθεί άμεσα. Αυτό, όμως, δεν συνέβη.

Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν πολύ καλά πόσο σημαντικός ήταν ανέκαθεν ο ρόλος του CEO στη λειτουργία της αγωνιστικής ομάδας της Ferrari. Λογικό είναι, λοιπόν, να υπάρχει μία «παγωμάρα» εντός της ομάδας, αναμένοντας να δουν ποιος θα είναι ο αντικαταστάτης του Camilleri. Διότι πολλάκις κατά το παρελθόν τα νέα πρόσωπα στην κορυφή της πυραμίδας της Ferrari, δρομολόγησαν αλλαγές και στα κατώτερα κλιμάκια, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την αντικατάσταση του Maurizio Arrivabene από τον Mattia Binotto μόλις ανέλαβαν οι Elkann-Camilleri την ηγεσία της ομάδας στη «μετά Marchionne» εποχή.

Μια McLaren από τα παλιά

Φαινόταν έντονα την τελευταία διετία, όμως στο φινάλε του 2020 ακόμα και ο πλέον δύσπιστος λογικά θα έδιωξε από το μυαλό του κάθε ίχνος αμφιβολίας. Η McLaren αναγεννάται, τα αποτελέσματα έρχονται, η τρίτη θέση στο Πρωτάθλημα του 2020 δίνει τεράστια ώθηση στη βρετανική ομάδα και το 2021 προδιαγράφεται ακόμα πιο αισιόδοξο.

Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι έπειτα από την άσκοπη… περιπλάνηση των τελευταίων ετών στον τομέα των κινητήρων, η McLaren επιστρέφει στην «αγκαλιά» της Mercedes, με την οποία γνώρισε και τις μεγαλύτερες επιτυχίες της την τελευταία εικοσαετία.

Είναι η συνολική «αντίδραση» που βγάζει ως οργανισμός. Είναι ο δαιμόνιος Zak Brown, ο οποίος εν μέσω πανδημίας εξασφάλισε τα κονδύλια που χρειαζόταν η McLaren για να επιβιώσει, έστω πουλώντας τις εγκαταστάσεις του Woking. Είναι το μυαλό του Andreas Seidl, μα κυρίως είναι το γεγονός ότι όταν «χάθηκε» ο Carlos Sainz πριν καν ξεκινήσει το Πρωτάθλημα του 2020, η McLaren κινήθηκε μεθοδικά και βρήκε τον ιδανικότερο αντικαταστάτη.

Ο Daniel Ricciardo μπορεί να αποδειχθεί «λίρα εκατό» για τη McLaren και σε συνεργασία με τον υπερταλαντούχο Lando Norris να «εκτοξεύσουν» την ιστορική βρετανική ομάδα!

Πόσο διαφορετική θα είναι η Alpine;

Δεν είχε… φύγει ακόμα το καλοκαίρι του 2020, όταν το Groupe Renault ανακοίνωνε πως το 2021 η ομάδα θα συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Formula 1 ως Alpine. Λογική σκέψη, εκείνην τη στιγμή, ήταν πως επρόκειτο απλώς για μια μετονομασία. Τα πράγματα, όμως, εξελίχθηκαν διαφορετικά.

Η Alpine σε λίγα πράγματα θα θυμίζει την περυσινή Renault. Οδηγικά μόνον ο Esteban Ocon παρέμεινε, με τον Fernando Alonso να επιστρέφει στη δράση ευελπιστώντας πως θα μπορέσει να είναι ανταγωνιστικός και να διεκδικεί βάθρα. Το αν αυτές οι ελπίδες θα αποδειχθούν φρούδες ή όχι, θα φανεί από τη δυναμική του γαλλικού μονοθεσίου.

Η Alpine, όμως, άλλαξε ριζικά και σε επίπεδο προσώπων. Ο Cyril Abiteboul αποχώρησε ξαφνικά από το Groupe, η ομάδα συμφώνησε με τον Davide Brivio της Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας στο MotoGP Suzuki για να αναλάβει επικεφαλής της ομάδας, όμως εντέλει αυτός που φαίνεται πως θα είναι ο άνθρωπος που θα παίρνει τις κρίσιμες αποφάσεις είναι ο Marcin Budkowski.

Διαρκείς αλλαγές, με τον Alain Prost να είναι αυτός που στην ουσία αποτελεί τον «σύνδεσμο» της αγωνιστικής ομάδας με το εργοστάσιο της Renault, «αντικαθιστώντας» σε μεγάλο βαθμό και τον επίσης αποχωρήσαντα Jerome Stoll. Αντικειμενικά δεν θα πρέπει να περιμένουμε… θαύματα από την Alpine το 2021. Μια σταθερή παρουσία στους βαθμούς, ίσως κάποια βάθρα και ένα πλασάρισμα στην πρώτη πεντάδα του Πρωταθλήματος θα μπορούσαν να αποτελέσουν ρεαλιστικούς στόχους.

Οι «νέοι» θα αποδειχθούν… ωραίοι;

Το 2021 είναι μια σαιζόν κατά τη διάρκεια της οποίας πολλά νέα πρόσωπα θα μας… συστηθούν. Την ήδη πολύ ταλαντούχα κι εν πολλοίς επιτυχημένη νέα γενιά πιλότων που συγκροτούν οι Verstappen, Leclerc, Russell, Norris, Gasly, Ocon έρχονται να πλαισιώσουν ο Πρωταθλητής της Formula 2, Mick Schumacher, το «παιδί-θαύμα» της Honda, Yuki Tsunoda και ο Nikita Mazepin.

Για τον Mick δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Το επώνυμό του είναι με διαφορά το πιο «βαρύ» στην ιστορία της Formula 1, όμως και ο ίδιος έχει φροντίσει με τα εντός πίστας επιτεύγματά του όχι μόνο να εξασφαλίσει δικαίως τη θέση στη Haas για το 2021, αλλά να λογίζεται ήδη ως υποψήφιος για να οδηγήσει για λογαριασμό της Ferrari το 2023 ή ίσως και από το 2022!

Και ο Tsunoda, όμως, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, μιας και πρόκειται για έναν από τους πιο ταλαντούχους πιλότους που πέρασαν τα τελευταία χρόνια από τη Formula 2, έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση της Honda. Και παρά την ήδη γνωστή αποχώρηση της ιαπωνικής εταιρείας από τη Formula 1 στο τέλος του 2021, ο Yuki έπεισε με τα αποτελέσματά του ότι δικαιούται την ευκαιρία του με την AlphaTauri.

Ο Mazepin είναι, τέλος, ιδιαίτερη υπόθεση. Μέχρι στιγμής έχει καταφέρει να τραβήξει τα βλέμματα με τα εξωαγωνιστικά τερτίπια του, ενώ και μέσα στις πίστες δεν μπόρεσε να δείξει κάτι το ιδιαίτερο. Κλασική περίπτωση «pay driver» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, επομένως δεν περιμένουμε να δούμε πολλά απ’ αυτόν. Βεβαίως, είναι ένα ζήτημα το πώς θα μπορέσει ο Gunther Steiner να τον διαχειριστεί, καθώς πριν καλά καλά μπει στη Formula 1 φρόντισε να φέρει σε δύσκολη θέση τόσο την ομάδα του όσο και το ίδιο το σπορ. Τα χρήματα που έχει «επενδύσει» ο πατέρας του στη Haas, όμως, είναι πολλά.

Πάντως, Schumacher και Tsunoda έχουν όλα τα φόντα από την πρώτη χρονιά τους κιόλας να μπουν σε αυτήν τη νεανική ομάδα που προαναφέραμε, η οποία θεωρείται ως δεδομένο πως την επόμενη δεκαετία θα μας προσφέρει σημαντικές στιγμές στην κορωνίδα του μηχανοκίνητου αθλητισμού.

Η αμερικανική «αναγέννηση»

Δεν είναι μόνον η Haas, η οποία εκφράζει το «american dream» στη Formula 1. Από τα μέσα του 2020, η ομάδα πέρασε στα χέρια της αμερικανικής επενδυτικής εταιρείας Dorilton Capital, η οποία αργά αλλά σταθερά αλλάζει το προφίλ της Williams.

Ίσως η πιο σημαντική αλλαγή έχει να κάνει με το μηχανολογικό κομμάτι. Η Williams μέχρι το 2020 προμηθευόταν κινητήρες από τη Mercedes, όμως όλα τα υπόλοιπα μηχανικά μέρη τα κατασκεύαζε μόνη της. Από φέτος και τα κιβώτια, αλλά και οτιδήποτε άλλο μπορεί να το προμηθευτεί από τη Mercedes< θα το αγοράζει από την Παγκόσμια Πρωταθλήτρια.

Τούτο σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως η Williams θα εξελιχθεί σε «junior team» της Mercedes. Απλώς οι Αμερικανοί, αφήνοντας κατά μέρος τους συναισθηματισμούς της οικογένειας Williams, βλέπουν το καθαρό συμφέρον τους, το οποίο επιτάσσει την ευρύτερη συνεργασία με τη Mercedes. Κι αν καταφέρουν να σχεδιάσουν κι ένα αξιόμαχο μονοθέσιο, τότε μόνον ωφελημένοι μπορούν να βγουν απ’ αυτήν τη σύμπραξη.

Ο ρόλος του Brexit

Άγνωστος «Χ» τη φετινή σαιζόν δεν αποκλείεται να αποδειχθεί και ένας παράγοντας που πέρυσι δεν απασχόλησε ιδιαίτερα τις ομάδες. Ο λόγος για το Brexit, καθώς πλέον είναι πολύ πιο δύσκολες οι διαδικασίες εισόδου και εξόδου ανάμεσα στη Μεγάλη Βρετανία και στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με δεδομένο ότι οι επτά από τις δέκα ομάδες του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος εδρεύουν σε απόσταση έως μία ώρα από την πίστα του Silverstone, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως θα πρέπει διαρκώς να υπάρχουν μετακινήσεις προσώπων και υλικοτεχνικής υποδομής από και προς την Αγγλία.

Οι γραφειοκρατικές διαδικασίες είναι πλέον πιο περίπλοκες και πολύωρες, ειδικά ως προς τον εκτελωνισμό αντικειμένων, τα οποία πολλές φορές μπορεί να χρειαστούν άμεσα οι ομάδες σε μιαν άλλη χώρα, εκτός Ηνωμένου Βασιλείου. Κι αυτό δεν αποκλείεται να επηρεάσει ακόμα και τη διεξαγωγή αγώνων.

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως μέσα στις σκέψεις των ομάδων είναι να επιχειρήσουν να δημιουργήσουν μια δεύτερη «βάση» σε χώρα της Κεντρικής Ευρώπης, προκειμένου να μπορούν να αποφεύγουν το χάσιμο χρόνου που θα αποτελεί συνέπεια των ελέγχων στα σύνορα της Αγγλίας. Αυτή, όμως, η διαδικασία δεν είναι εύκολη.