Η αντιπροσωπεία αυτοκινήτων Κοντέλλη είναι η μακροβιότερη επιχείρηση του κλάδου του αυτοκινήτου στη χώρα μας, μέχρι σήμερα ενεργή. Ιδρυτής του ομίλου υπήρξε ο Ιωάννης Κοντέλλης του Εμμανουήλ, με καταγωγή από τον Ασώματο της Λέσβου. Ήδη από το 1919 ο Ιωάννης Κοντέλλης (1881-1940), ο οποίος το 1908 είχε εργαστεί ως απλός εργάτης στη Ford, έναν χρόνο ύστερα από τη μετανάστευσή του στις ΗΠΑ, ενώ το 1909, εργάστηκε στην Dodge (και ύστερα ως ένας από τους υπεύθυνους στη γραμμή παραγωγής) είχε ανοίξει στην πατρίδα του τη Μυτιλήνη αντιπροσωπεία της Ford.
«Με το πρώτο του ημερομίσθιο στη Ford, αγόρασε ένα νόμισμα δυόμισι δολαρίων. Το έχουμε ακόμα. Όταν γύρισε στην Ελλάδα, έφερε μαζί του το αυτοκίνητο [ένα FordT]», αφηγείτο ο Μανόλης Κοντέλλης, γιος του Ιωάννη, στον εδώ υπογραφόμενο τον Μάιο του 2012. To αυτοκίνητο εκείνο πουλήθηκε το 1919. Ρώτησε ο νέος ιδιοκτήτης τον Ιωάννη Κοντέλλη τι θα κάνουν αν χαλάσει το αυτοκίνητο κι εκείνος του απάντησε: «Θα το φτιάξω εγώ», εκείνα τα χρόνια ο «αντιπρόσωπος» ήταν και μηχανικός. (λεζάντα κεντρικής φωτογραφίας: Το κατάστημα της εταιρείας στον Πειραιά, δεκαετία 1920. Στο κέντρο, στο βάθος, ο Ιωάννης Κοντέλλης με καπέλο. Πηγή: Οικογένεια Κοντέλλη).
Στη Μυτιλήνη, ύστερα από τη Μικρασιατική εμπλοκή, έφταναν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, κάποιοι έφερναν και χρήματα μαζί τους. Ευκατάστατοι, απέκτησαν αυτοκίνητο. Έτσι, η εταιρεία σιγά σιγά αναπτύχθηκε και η μητρική εταιρεία έδωσε στον Ιωάννη Κοντέλλη και άλλη αντιπροσωπεία, στον Πειραιά, στον Άγιο Διονύσιο. Αυτοκίνητα της Ford εισήγαγαν κα άλλοι εκείνη την εποχή, ο Κορτέσης στη Λειβαδιά, αλλά και η εταιρεία «Αθηνά», η οποία κατασκεύαζε και αμαξώματα κατά τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του πελάτη, δεδομένου ότι τότε τα αυτοκίνητα εισήγοντο αποσυναρμολογημένα μέσα σε κιβώτια, αλλά τα αμαξώματα έρχονταν έτοιμα και προσαρμόζονταν στο πλαίσιο. Στη Θεσσαλονίκη, αυτοκίνητα Ford εισήγε η «Μπόβεν Ρηζ», που είχε ιδρυθεί το 1932 από τον Βρετανό επιχειρηματία με καταγωγή από τη Σμύρνη Τόμος Ρηζ, και αργότερα στην Αθήνα, ενώ από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 Ford εμπορευόταν και ο Σωτηρόπουλος στην Πάτρα. Η «Μπόβεν Ρηζ» είχε υποκαταστήματα στις Σέρρες, στην Κοζάνη, στη Φλώρινα, στον Βόλο, στη Λάρισα, στα Τρίκαλα, έτσι ώστε τα «φορδάκια», κατά τον χαρακτηρισμό της Πηνελόπης Δέλτα, να κυλούν σε μεγάλα τμήματα της επικράτειας.
«Αθηνά, Ανώνυμος Εταιρεία Αυτοκινήτων»
Η «Αθηνά, Ανώνυμος Εταιρεία Αυτοκινήτων» ιδρύθηκε στα 1919 και θεωρείται η σημανικότερη του χώρου κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Αντικείμενό της ήταν η εμπορία και επισκευή αυτοκινήτων και εισαγωγή και πώληση ανταλλακτικών και συγκέντρωσε πολλούς επιχειρηματίες της εποχής. Κατά την ίδρυση της εταιρείας μία ομάδα επιχειρηματιών συγκεντρώθηκαν γύρω από τον Επαμεινώνδα Χαρίλαο και τον Νικόλαο Κανελλόπουλο.
Η «Αθηνά Α.Ε.» φέρεται να έχει κατασκευάσει τα πρώτα αμαξώματα το 1920, αφού το 1921 καταγράφονται στις αποθήκες της καινούργια αυτοκίνητα συνολικής αξίας 325.959, 05 δρχ., ενώ το 1922 η αξία των καινούργιων αυτοκινήτων στις αποθήκες συμποσούτο σε 527.652, 85 δρχ.
Η εταιρεία αντιπροσωπεύει στην Αθήνα Renault, Daimler, Ansaldo, Oldsmobile, Ford και βενζινάροτρα Fordson –στα 1923, από τα κυκλοφορούντα «μέχρι του αριθμού 4.328 αυτοκίνητα», 1.075 ήταν Ford-, αλλά και μοτοσυκλέτες Wanderer και καρμπυρατέρ Zenith, «ένσφαιρα έδρανα SKF» και ελαστικά Continental. «? μόνος σκοπός του ιδρύματος», εξηγούσε ο αεροπόρος Ι. Παρασκευόπουλος, ο οποίος ξενάγησε τον συντάκτη της Εφημερίδος των Αυτοκινήτων στις εγκαταστάσεις στα 1923, «είνε η διάδοσις εν Ελλάδι υπό ευρείαν κίμακαν των αυτοκινήτων, άτινα κατασκευάσθησαν διά χώραν ορεινήν και εστερημένην καλών αμαξιτών οδών».
Πρόδρομο σχήμα της εν λόγω εταιρείας αυτής, την οποία διευθύνουν το 1921 ο Πιπίνος Μάμμος και ο Αντώνης Δαρρίγος, με πρόεδρο του ΔΣ τον Ν. Κανελλόπουλο, αντιπρόεδρο τον Αλ. Καπάζογλου, Γενικό Διευθυντής της Τράπεζας Βιομηχανίας, και μέλη τον Αθ. Παπαθεοδώρου, πολιτικό μηχανικό, της τεχνικής εταιρείας Ζαχαρίου, τον Κωνσταντίνος Νέγρη, ο οποίος διεδέχθη τον Κανελλόπουλο μετά τον θάνατό του, τον Χρ. Ζαλόκωστα, τον Σ. Σοφιανόπουλο, συνεργάτη του Λ. Οικονομίδη, και τον Ιωάννη Δοανίδη, καθηγητή ορυκτολογίας, άλλοτε Διευθυντή των Μεταλλείων Λαυρίου, αδελφό του Δημητρίου Δοανίδη, Διευθυντή της Τραπέζης Αθηνών. Ήταν αυτή που κατασκεύαζε κάρα- άμαξες στην Πάτρα από τα 1878, με ιδρυτή τον Λορέντζο Π. Μάμμο και εμπλοκή των γιων του Πιπίνου ή Ιωσήφ (1882-1928), Κάρολο (1891-1972), Γουλιέλμο (1891-1939), Διονύσιο και Ανδρέα.
Η εταιρεία «Αθηνά» υπό τους Μάμμους ιδρύθηκε στα 1896 στην Αθήνα, όταν ο πατήρ Μάμμος έφυγε από την Πάτρα. Έδρευε στην οδό Μυλλέρου 42, Γερμανικού και Μαραθώνος στο Μεταξουργείο, εκεί όπου εγκαταστάθηκε και το εργοστάσιο κατασκευής αμαξωμάτων της ανώνυμης εταιρείας, η οποία διέθετε γραφεία πρατήριο στην οδό Σταδίου και τμήμα επισκευής και αποθήκες στη Λεωφόρο Συγγρού.
Η εταιρεία επεκτείνεται
Στα 1921, ο Ι. Κοντέλλης ανέλαβε την αντιπροσώπευση της Ford στον Πειραιά, όπως προαναφέραμε, και δέκα χρόνια αργότερα στην Αθήνα, το 1931, Πατησίων και Φερρών. Τα αυτοκίνητα εισάγονταν στη χώρα μας αρχικώς μέσω Τεργέστης και στη συνέχεια μέσω Αιγύπτου. Στον Πειραιά η εταιρεία λειτουργούσε και πρατήριο καυσίμων της Shell. Παρότι η δεκαετία του 1930 λειτούργησε ως τροχοπέδη για την αγορά του αυτοκινήτου, λόγω κυρίως της μεταβολής των συναλλαγματικών ισοτιμιών και της οικονομικής κρίσης, της οποίας οι συνέπειες έγιναν αντιληπτές στην Ελλάδα το 1933, το μερίδιο της Ford στην αγορά ήταν κατά μέσο όρο της τάξης του 33%, χάρη και στο δίκτυο αντιπροσώπων σε αρκετές πόλεις στην Ελλάδα. Στην Ξάνθη, λόγου χάριν δραστηριοποιείτο από το 1922 ο Ανέστης Βλάχος και στη Λειβαδιά συστηματικά οι Αδελφοί Κορτέση και Μάλλετ από το 1937. Η αγορά αυτοκινήτου γινόταν τότε με συμβόλαιο, παρουσία συμβολαιογράφου, και όχι με προφορικές συμφωνίες, ενώ, λόγω του ανταγωνισμού, υπήρχαν ευκολίες πληρωμής. Η μητρική Ford δεν πουλούσε λιανική. Υπήρχε κεντρική αντιπροσωπεία, η «Φορδ Ελληνική Εταιρεία Κινητήρων», την οποία στο θα γνωρίσουμε στο επόμενο αφιέρωμα.
Στα 1938, ιδρύθηκε στην Αθήνα, με έδρα στη Λεωφόρο Συγγρού 25, η «Ιωάννης Εμμ. Κοντέλλης Α.Ε.. Βιομηχανίας και Εμπορίας Αυτοκινήτων. Γενικαί Επιχειρήσεις και Αντιπροσωπείαι», μία από τις 29 ανώνυμες εταιρείες στον χώρο της εμπορίας αυτοκινήτων στη χώρα, με σύνολο μετοχικών κεφαλαίων περίπου 101 εκατ. δρχ. και σύνολο πιστώσεων στα τέλη του 1938 περίπου 97 εκατ. δρχ. Οι εταιρείες του χώρου κατατάσσονταν από πλευράς δυναμικότητας στην 23η θέση, η κατά κλάδο εθνικής οικονομίας κατάταξη των εταιρειών, κατέγραφε τις του αυτοκινήτου στην 6η θέση, στον κλάδο «Μεταφοραί, Συγκοινωνίαι, Τουρισμός», βάσει των στοιχείων του Ν. Ιγγλέση. Τις εργασίες για το κτίσιμο των εγκαταστάσεων στη Λ. Συγγρού επέβλεπε ένας Ρώσος, που είχε διαφύγει από τη χώρα του.
Το αρχικό κεφάλαιο της εταιρείας ανήρχετο σε 10 εκατ. δρχ. ΄Ηδη την επόμενη χρονιά, στα 1939, η εταιρεία καταγράφει στο ενεργητικό τού ισολογισμού της «αυτοκίνητα καινουργή και καρροσερί» αξίας 11.532.971 δρχ., αλλά και πωλήσεις σε ανταλλακτικά, ελαστικά, ορυκτέλαια και βενζίνη, ενώ οι πωλήσεις μεταχειρισμένων αυτοκινήτων συμποσούνται σε μόνον 227.000 δρχ. όσο για τα κέρδη, αυτά ανέρχονταν σε 4.640.195 δρχ. Την επόμενη χρονιά, επίσης, η εταιρεία έχει κέρδη, κατά 200.000 δρχ. μειωμένα σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Προμηθευτής του Ελληνικού Στρατού
Το 1939, η εταιρεία προμηθεύει τον ΕΣ με μεταφορικά μέσα. Λόγου χάριν, από το Πρακτικό υπ’ αρ. 59 της συνεδρίασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης, υπό την προεδρία του Ι. Μεταξά, στις 23 Νοεμβρίου 1939, στο πλαίσιο του εξοπλισμού των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, ειδικά του προγράμματος ανεφοδιασμού των Βασιλικής Αεροπορίας, συζητείται η προμήθεια 20 φορτηγών, 10 λεωφορείων, 8 υγιειονομικών και 17 βενζινοφόρων αυτοκινήτων, όπως, επίσης, και 8 κινητών συνεργείων. «Πρώτη και κύρια σκέψις της υπηρεσίας ήτο όπως η προμήθεια απάντων των ανωτέρω συντελεθή εξ Αγγλίας, εις ανάλωσιν των πιστώσεων το αγγλικού δανείου [...] Παραλλήλως, όμως, [...] διά λόγους τεχνικής και οικονομικής συγκρίσεως και προς αντιμετώπισιν τυχόν αρνητικού αποτελέσματος, ης εν Αγγλία ερεύνης, η υπηρεσία εζήτησε προσφοράς και άλλων, πλην των αγγλικών οίκων», διαβάζουμε στο πρακτικό. ΄Ετσι, δεν προκρίνεται η αγορά από τον οίκο «Μερτσέντες Μπενζ», τον «Χένσελ», τη «Σκόντα», και 7 βρετανικούς οίκους, μεταξύ των οποίων τη Fordson και τη Morris. Προκρίνονται οι προσφορές του «αντιπροσώπου του Αμερικανικού Οίκου Φορντ» – φορτηγά 3 ½ τόνων, λεωφορεία 22 θέσεων, 2 κινητά συνεργεία, υγιειονομικά και βενζινοφόρα αυτοκίνητα.
Τα πλαίσια προβλέπεται να παραδοθούν από την Ελεύθερη Ζώνη του Πειραιά, όπου ήδη βρίσκονται, τμήματα των αμαξωμάτων, τα οποία «θα κατασκευασθώσιν εν Ελλάδι». Το αντίτιμο καταβάλλεται σε δραχμές. Οι υπόλοιπες προσφορές που προκρίθηκαν αφορούν σε αυτοκίνητα της Mercedes, πληρωτές κατά 25% σε συνάλλαγμα και κατά 75% στο πλαίσιο του ελληνογερμανικού κλήρινγκ, και της (γερμανικής) Matra (Μarx και Τraube). Η προσφορά της Κοντέλλης επιλέγεται λόγω «της ευκολίας πληρωμής κατά τα 2/3 περίπου εις δραχμάς, εκ των πιστώσεων της επομένης Οικονομικής Χρήσεως 1940-1941», επειδή τα πλαίσια βρίσκονται ήδη στον Πειραιά και εξασφαλίζεται «ομοιομορφία υλικού, λόγω της συγκεντρώσεως εις την αυτήν παραγγελίαν του πλείστου αριθμού των προς προμήθειαν μεταφορικών μέσων», διότι «διευκολύνεται η Εθνική Οικονομία. λόγω υποχρεώσεως του προμηθευτού να κατασκευάση ενταύθα ?παντα τα αμαξώματα των αυτοκινήτων», αλλά και γιατί υπάρχει η ευκολία επισκευών, αφού αυτές γίνονται στις εγκαταστάσεις της εταιρείας, και υπάρχει σημαντικό απόθεμα ανταλλακτικών. Για όλα τα αυτοκίνητα, πριν την παράδοση, εξαιρουμένων των ασθενοφόρων, προβλέπονται δοκιμές.
Λίγους μήνες αργότερα, στις 28 Ιουλίου 1940, το ΑΣΕΑ εγκρίνει την προμήθεια από την «Εταιρεία Ι. Κοντέλλη» 15 φορτηγών και 5 λεωφορείων – η εταιρεία αναλάμβανε «την ενταύθα κατασκευήν αμαξωμάτων».
Οι προαναφερθείσες προμήθειες εγγράφονται στο πλαίσιο του προγράμματος του επανεξοπλισμού και της αναδιοργάνωσης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων ύψους 6,1 εκατ. δρχ., το οποίο εγκρίθηκε στα τέλη του 1935. Μέχρι τον Οκτώβριο του 1940 το Ταμείο Εθνικής Άμυνας διέθεσε για τον Στρατό Ξηράς περισσότερα από 6,8 εκατ. δρχ., περίπου 43,7 εκατ. για υλικά της Υπηρεσίας Αυτοκινήτων. Το σύνολο των τακτικών και έκτακτων πιστώσεων για τον Στρατό Ξηράς, επί τη ευκαιρία, ανήλθε από τα 1935 έως τα 1940 σε 15.707.305.490 δρχ.
Στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής
Επανέρχομαι στον Κοντέλλη. Κέρδη καταγράφει η εταιρεία και στα 1941. Με την κήρυξη του Ελληνοïταλικού πολέμου, τα αυτοκίνητα που η εταιρεία είχε στις αποθήκες της διατέθηκαν για τις ανάγκες του ΕΣ. Στην Κατοχή, οι Γερμανοί κατέλαβαν τις εγκαταστάσεις και κατάσχεσαν τα μηχανήματα και το απόθεμα ανταλλακτικών. Δεν πρόκειται για το κτίριο που ένας από τους εμβληματικούς Έλληνες αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου, ο Γ. Κοντολέων, είχε σχεδιάσει, το οποίο ο Δημήτρης Πικιώνης, στα 1953, υμνεί: «Ποιος βλέποντας την πρόσοψη του εργοστασίου Φορντ στη Λεωφόρο Συγγρού –άλλοτε, γιατί τώρα οι Αμερικανοί του πρόσθεσαν ένα αχαρακτήριστο πρόστυλο», αναρωτιέται και μας ρωτά, «δεν αναγνώριζε την επιβολή που θ’ άσκησε μέσα του, την παρουσία του μέτρου και της γνήσιας, συγκρατημένης καλαισθησίας;». Το εν λόγω κτίριο είναι αυτό που στέγασε από τα 1936 τις δραστηριότητες της «Φορδ Ελληνική Εταιρία Κινητήρων».
Το κτίριο του Κοντέλλη, πάντως, ενδιαφέρθηκε να αγοράσει στα 1948, η «Προμηθεύς Ανώνυμη Οικονομικοτεχνική Εταιρία», η προπολεμική εταιρεία του Παυσανία Μακρή, στο πλαίσιο της πρόθεσής της να ασχοληθεί με την εισαγωγή αυτοκινήτων Ford – «λόγω του συνδέσμου της ελληνικής εταιρείας Φορντ μετά των εν Αγγλία και Αμερική Εταιριών Φορντ, η ελληνική Εταιρεία Φορντ είχε πάντοτε σοβαρόν αριθμόν αυτοκινήτων υπό παρακαταθήκην». Προπολεμικώς, λοιπόν, το κτίριο εχρησιμοποείτο «ως αίθουσα εκθέσεως αυτοκινήτων, τρακτέρ, κτλ, και ως αποθήκη αυτοκινήτων, τρακτέρ, ανταλλακτικών, και ως συνεργείον επισκευής αυτοκινήτων». Το ακίνητο, συνεχίζει το σημείωμα της εταιρείας προς την Εθνική Τράπεζα, από την οποία προφανώς ζητείται δανειοδότηση, «διαθέτει εγκαταστάσεις ανυψώσεως αυτοκινήτων, υφίστανται δε αι δυνατότητες προσθήκης και άλλων ορόφων επ’ αυτού, Η εταιρεία [...], εις περίπτωσιν αποκτήσεως του κτιρίου τούτου, πρόκειται να το χρησιμοποιήση διά τους άνω σκοπούς, επί πλέον δε και εις συναφείς άλλας εργασίας, ως η κατασκευή καρροσερί, ήτις σήμερον παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον». Ο «Προμηθέας» εκτιμούσε ότι, «ευθύς άμα τη αποκαταστάση της ηρεμίας, η εισαγωγή αυτοκινήτων θα είναι αθρόα εις τα προσεχή έτη, ον κατά προσέγγισιν αναβιβάζομεν εις 20.000 αυτοκίνητα» – και, από αυτή την άποψη, το εμβληματικό κτίριο της Ford πρoόρισται να αποτελέσει τρόπον τινά κέντρο αυτής της δραστηριότητας στον τομέα των εισαγωγών αυτοκινήτων.
Τον Σεπτέμβριο του 1947, πάντως, μια αμερικανική έκθεση υπολόγιζε ότι σε κατάσταση λειτουργίας βρίσκονταν στη χώρα 11.732 αυτοκίνητα επί συνόλου 19.552, από τα οποία 2. 851 ήταν Ford , με την General Motors να προηγείται κατά περίπου 300 μονάδες. Το εργοστάσιο της Φορδ, λειτούργησε κατά την Κατοχή υπό τον πλήρη έλεγχο των κατοχικών δυνάμεων και υπό γερμανική διεύθυνση. «Αμέσως μετά την εισβολή στην Ελλάδα [...], οι Γερμανοί κατέλαβαν το εργοστάσιο Φορντ στην Αθήνα και το μετέτρεψαν σε επισκευαστικό κέντρο για τα δικά τους οχήματα. έφεραν δε και κάποιο Γερμανό ονόματι Στοκ από το εργοστάσιο Φορντ της Κολωνίας για να αναλάβει τη διεύθυνση των εργασιών», σημειώνεται σε μια έκθεση της OSS. Ωσαύτως, και τις εγκαταστάσεις του Κοντέλλη επέταξαν οι Γερμανοί. Πάντως, το ΔΣ της εταιρείας εμφανίζεται να συγκροτείται σε σώμα και να απαρτίζεται από τη σύζυγο του Ιωάννη Κοντέλλη, Αθανασία, τον Πάνο Βαλλιάνο, ως Γενικό Διευθυντή, τον Ηλία Μακρή, ως εντεταλμένο σύμβουλο και τους Νικόλαο Γεωργιάδη και Αναστάσιο Κοντέλλη, ως συμβούλων, «από τις 11 Αυγούστου 1941 έως την τακτική συνέλευση του έτους 1944», η οποία συνεκλήθη στις 29 Ιουλίου 1944. Εν τω μεταξύ, ο ιδρυτής της εταιρείας Ιωάννης Κοντέλλης έχει από τον Σεπτέμβριο του 1940 αποβιώσει.
Η συνέχεια στο Β’ μέρος του αφιερώματος
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΖΑΝΤΩΝ:
Ρούπα, Ευφροσύνη – Χεκίμογλου, Ευάγγελος, Η ιστορία του αυτοκινήτου στην Ελλάδα. Εμπόριο και παραγωγή στη μέγγενη του κράτους, 1894-1986, Κέρκυρα Α,Ε. – economia publishing, 2009.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ανώνυμος Αθηναïκή Εταιρεία «Αθηνά», Έκθεσις και Ισολογισμός Χρήσης 1921 και Έκθεσις και Ισολογισμός Χρήσης 1922 [Βιβλιοθήκη της Βουλής]. Ανώτατον Οικονομικόν Συμβούλιον, Η ελληνική οικονομία κατά το έτος 1939, 1940.
- Βλάσσης, Κωνσταντίνος Δ., Οι εξοπλισμοί της Ελλάδος 1936-1940, Δούρειος ίππος, 2013, όπου μεταγράφονται τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Ανωτάτου Συμβουλίου Εθνικής Αμύνης από τις 11 Ιανουαρίου 1936 έως τις 19 Οκτωβρίου 1940.
- ΔΙΣ Φ. 738 / Η, « ΄Εκθεσις νο 3 επί του εφοδιασμού του Στρατού» και «Έκθεσις νο 4 επί της οργανώσεως του στρατού εκστρατείας από απόψεως υλικού».
- Ιγγλέσης, Νικ. Γ., Ετήσια Οικονομική Επιθεώρησις των Ανωνύμων Εταιρειών της Ελλάδος 1939-1940, τόμοι Α’-Β’, Μέρος δεύτερον, τεύχος πρώτον, Οικονομικές Εκδόσεις της Ελλάδος, 1940.
- Η Εφημερίς των Αυτοκινήτων, έτος Α΄, τχ. 17-18.
- Καφάογλου, Ηλίας, Ελληνική αυτοκίνηση, 1900-1940. Άνθρωποι, δρόμοι, οχήματα, αγώνες, ύψιλον/βιβλία, 2013, όπου και η συνέντευξη με τον Μανόλη Κοντέλλη, παρουσία και του γιου του, Γιάννη Κοντέλλη.
- Ρούπα, Ευφροσύνη – Χεκίμογλου, Ευάγγελος, Η ιστορία του αυτοκινήτου στην Ελλάδα. Εμπόριο και παραγωγή στη μέγγενη του κράτους, 1894-1986, Κέρκυρα Α,Ε. – economiapublishing, 2009.
- Pelt, Morgan, Tobacco, Arms and Politics, Museum Tusculanum Press, Κοπεγχάγη, 1998.
- Research Findings About Ford-Werke Under The Nazi Rezime, Ford Motor Company, 2011.






ΔΗΜΟΦΙΛΗ
_77761_473036_type13129.jpg)
_77761_457174_type13129.jpg)
_77761_473055_type13129.jpg)


