Δακτύλιος, ένα αποτυχημένο μέτρο εξακολουθητικά σε ισχύ


Με τα περιοριστικά μέτρα του δακτυλίου, η εκάστοτε κυβέρνηση προσπαθεί να λύσει δύο προβλήματα. Αφενός, την αποσυμφόρηση του κέντρου της Αθήνας, αφετέρου να μειώσει την ατμοσφαιρική ρύπανση.

Βάσει αποτελέσματος, τίποτε από τα δύο δεν επιτυγχάνεται και είναι απορίας άξιο γιατί επιμένουμε σε ένα μέτρο που, αρχικά, να θυμίσουμε, ότι είχε τεθεί σε ισχύ για την αντιμετώπιση της… ενεργειακής κρίσης.

Με την από 25ης Οκτωβρίου επαναφορά του λεγόμενου και ως «Νέου Δακτυλίου», ουσιαστικά δεν είδαμε να επιλύεται ούτε το κυκλοφοριακό ούτε το πρόβλημα της ρύπανσης στο κέντρο της πόλης, καθώς οι περισσότεροι έχουν στην κατοχή τους δύο ΙΧ, ώστε να αξιοποιούν στο έπακρο το σύστημα «Μονά-Ζυγά» που δίνει «ελευθέρας» σε όλα τα αυτοκίνητα, ανεξάρτητα από προδιαγραφές ρύπων, αρκεί να συμφωνεί ο τελευταίος αριθμός της πινακίδας με την εκάστοτε ημερομηνία.

Επιπροσθέτως, το νέο κύμα της πανδημίας του Covid-19 αναγκάζει τους περισσότερους να επιλέγουν το αυτοκίνητό τους για να πηγαίνουν στις δουλειές τους, προκειμένου να αποφύγουν την έκθεση στον ιό, κάτι που δείχνει έλλειψη εμπιστοσύνη στα μέτρα προστασίας που τηρούνται στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, αλλά και… κατάργηση του μέτρου της τηλε-εργασίας.

Αποτέλεσμα είναι ένα σχετικά «πηγμένο» κέντρο τις ώρες αιχμής, μονίμως σε κυκλοφοριακή συμφόρηση οι περιφερειακοί δρόμοι και κατασπατάληση πάνω από δύο ωρών για τη διαδρομή σπίτι-γραφείο-σπίτι.

Τα συναρμόδια υπουργεία θα πρέπει να εκπονήσουν ένα νέο σχέδιο για την αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού και της ρύπανσης και να βρουν τον τρόπο να πείσουν τους πολίτες να αφήσουν το αυτοκίνητο στο σπίτι. Ο δακτύλιος, βάσει αποτελέσματος, έχει αποτύχει.

Είναι δεδομένο πως το ζήτημα του κυκλοφοριακού δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη του και δεν επιλύεται με «Δακτυλίους» ή άλλους περιορισμούς, που έχουν αποτύχει. Ούτε, φυσικά, να αντιμετωπίζεται επιδερμικά και με «φωτοβολίδες» που ακούσαμε περί απαγορευτικού όλων των ΙΧ πλην των ηλεκτρικών ή για… σκέψεις επιβολής διοδίων στο κέντρο της πόλης, τα οποία προκάλεσαν, για ακόμα μία φορά, σύγχυση στους πολίτες.

Είμαστε υπέρ ενός ήπιας κυκλοφορίας κέντρου στις μεγαλουπόλεις και με καθαρά αυτοκίνητα, όχι μόνο των ιδιωτών, αλλά και των δημοσίων και δημοτικών υπηρεσιών, των ΜΜΜ (αλήθεια, πόσα λεωφορεία του ΟΑΣΑ ή δημοτικά οχήματα, είναι ακατάλληλα, κακοσυντηρημένα και όμως τα βλέπουμε σε κυκλοφορία;), των οχημάτων ανεφοδιασμού, των ΤΑΧΙ, αλλιώς τι νόημα έχει;

Είμαστε, επίσης, υπέρ της αποσυμφόρησης των περιφερειακών οδών! Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, καθώς είναι αντιπαραγωγικό και κοστοβόρο να σπαταλώνται τόσες χαμένες εργατοώρες στον δρόμο, τόσοι πόροι από την αυξημένη κατανάλωση, λόγω χαμηλής κίνησης ή ακινητοποίησης των αυτοκινήτων (σύμφωνα με έρευνα, η κυκλοφοριακή συμφόρηση κοστίζει κάθε χρόνο σχεδόν 100 δισεκατομμύρια ευρώ ή 1% του ΑΕΠ της ΕΕ), αλλά και επιβαρυντικό για την υγεία μας από την αυξημένη έκλυση ρύπων, καθώς είναι γνωστό πως ένα αυτοκίνητο μολύνει περισσότερο όταν είναι ακινητοποιημένο στην κίνηση. Άρα, τι περιβαλλοντικό πλεονέκτημα δίνει ο δακτύλιος για την προστασία του περιβάλλοντος, αφού η καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης πρακτικά δεν μπορεί να περιοριστεί στα όριά του, αλλά αφορά σε όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής; Αναλόγως, και για όλες τις μεγαλουπόλεις της χώρας.

Συνεπώς, τα συναρμόδια υπουργεία θα πρέπει να εκπονήσουν ένα νέο σχέδιο για την αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού και της ρύπανσης και να βρουν τον τρόπο να πείσουν τους πολίτες να αφήσουν το αυτοκίνητο στο σπίτι.

Αυτό δεν γίνεται μόνο με απαγορεύσεις και περιορισμούς, αλλά με θετικά μέτρα, όπως τα μοντέρνα ΜΜΜ, η επέκταση του Μετρό και η αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που δίνουν οι σύγχρονες τεχνολογικές εφαρμογές. Καθώς είναι μάλλον δύσκολη η διάνοιξη ενός νέου μεγάλου αυτοκινητόδρομου, όπως η «Αττική οδός», θα μπορούσαν να γίνουν βελτιώσεις-παρεμβάσεις σε συγκεκριμένες οδικές αρτηρίες. Στον Κηφισό, για παράδειγμα, όπου οι λωρίδες κυκλοφορίας έχουν την παγκόσμια πρωτοτυπία να στενεύουν σε κάποια σημεία, με αποτέλεσμα το ατελείωτο μποτιλιάρισμα και την πρόκληση τροχαίων ατυχημάτων.

Μπορούμε, επίσης, να δούμε και παραδείγματα μητροπόλεων σε παγκόσμιο επίπεδο που έχουν βρει λύσεις, μα, πάνω από όλα, θα πρέπει να φτιάξουμε τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, τα οποία, από ό,τι βλέπουμε, ο κόσμος δεν τα εμπιστεύεται, ιδίως τώρα με την πανδημία, οπότε συντρέχουν και λόγοι υγείας.

Θα αναρωτιέστε, χρήματα υπάρχουν για να γίνουν όλα αυτά;

Αυτό ας το απαντήσουν οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες, που θα πρέπει να αξιοποιήσουν στο έπακρο τα ευρωπαϊκά κονδύλια και να αντλήσουν πόρους για την «πράσινη» μετάβαση, την αστική μικροκινητικότητα και ό,τι άλλο θα βρούμε μπροστά μας τα επόμενα χρόνια: στροφή στα αυτοκίνητα με χαμηλούς ρύπους από το 2025 και την πλήρη ηλεκτροκίνηση από το 2030, όπως προβλέπεται στον Εθνικό Κλιματικό Νόμο.

Εξάλλου, από του χρόνου όλοι εκτιμούν ότι προβλέπεται υψηλός ρυθμός ανάπτυξης στην Ελλάδα…

Τι; Όχι;