Αποστολή στην Πορτογαλία: Οδηγούμε το νέο Toyota C-HR (Video)


Το 2016 η Toyota πήρε ένα μεγάλο ρίσκο με το C-HR επιλέγοντας ένα εξεζητημένο «love it or hate it» σχήμα. Το κοινό έδειξε να διαλέγει χωρίς δεύτερη σκέψη το «love it». Και η ιαπωνική εταιρία κάνει φέτος ένα μικρό φρεσκάρισμα, ελεύθερη πια από το εμπορικό άγχος της αποδοχής ενός τόσο προχωρημένου αυτοκινήτου. 

  • KEIMENO: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΡΙΤΑΡΗΣ, ΦΩΤΟ: Π. ΤΡΙΤΑΡΗΣ, ΤΟΥΟΤΑ
  • 11/11/2019

Η εμφάνιση του C-HR στα μέσα της δεκαετίας που διανύουμε ήταν κομβικής σημασίας για την Toyota. H σχεδιαστική του τόλμη μοιάζει να βγάζει την ιαπωνική εταιρία από μια χειμερία νάρκη ετών ενώ και η οδηγική του ταυτότητα, εμφανώς στραμμένο προς το ευρωπαϊκό ακροατήριο, το ξεχώρισε αμέσως από όλη την γκάμα της.

Παρά το γεγονός ότι το σχήμα αρχικά ξένισε και πόλωσε τις γνώμες, το κοινό φαίνεται να περίμενε ένα τέτοιο out of the box σχήμα, και επιβράβευσε την Toyota με 120.000 πωλήσεις μόλις στην πρώτη κιόλας χρονιά, νούμερο που αντιστοιχούσε στο 10% της πιο δύσκολης και ανερχόμενης ευρωπαϊκής κατηγορίας, με όλους τους μεγάλους παίκτες να έχουν δυναμική παρουσία. Από τότε μέχρι τις μέρες μας πάνω από 400.000 C-HR έχουν πωληθεί στην Ευρώπη, με αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το 80% από αυτά ήταν τα υβριδικά.

Όλα τα παραπάνω περιγράφουν ένα μάλλον αναπάντεχο sucess story για την Toyota, για το οποίο όπως είναι προφανές, δεν χρειάζεται να κάνει και πολλά πράγματα στην μικρή ανανέωση που κάνει φέτος, έτσι ώστε το C-HR να συνεχίσει την εμπορική σταδιοδρομία του.

Περιορισμένες αλλαγές

Στο σχεδιαστικό κομμάτι πολύ λίγα θα μπορούσαν να γίνουν, και η Toyota σοφά επέλεξε να μην επέμβει δραστικά στις πολύ ιδιαίτερες γραμμές του αυτοκινήτου, αλλά να επέμβει σε μερικά επιλεγμένα σημεία. Τα φώτα ημέρας είναι επανασχεδιασμένα προσδίδοντας ένα πιο στιλάτο χαρακτήρα, και έχουν πλέον ενσωματωμένα και τα φλας. Τα φώτα ομίχλης είναι πλέον τοποθετημένα στις άκρες του προφυλακτήρα, αφήνοντας χώρο για μία μεγαλύτερη εισαγωγή αέρα στο κάτω μέρος της μάσκας.

Νέα είναι και τα φωτιστικά σώματα στο πίσω μέρος, με τεχνολογία LED, διατηρώντας το “ανάγλυφο” σχέδιό τους, που πλέον όμως εφοδιάζεται και με ένα μικρό σπόϊλερ, δημιουργώντας ένα ενιαίο σύνολο στο πίσω μέρος που σαφώς κάνει πιο όμορφο και ακόμα πιο μοντέρνο το C-HR. Υπάρχουν επίσης νέας σχεδίασης ζάντες και τρία νέα χρώματα, ενώ παρέχονται και αρκετές δυνατότητες εξατομίκευσης όπως η διχρωμία στο αμάξωμα. Στο σαλόνι, που ούτως ή άλλως ήταν και ένα από τα δυνατά “χαρτιά” του C-HR η Toyota προσπάθησε να τονίσει ακόμα την αίσθηση της ποιότητας και της ξεχωριστής σχεδίασης, δημιουργώντας ένα ακόμα πιο premium περιβάλλον.

Αρκετές επιφάνειες έχουν πλέον μαλακά πλαστικά (όπως για παράδειγμα στις πόρτες), ενώ έχει επεκταθεί σε όλη την καμπίνα το σχεδιαστικό εύρημα με την υιοθέτηση του “διαμαντιού” ως μοτίβο σε αρκετά στοιχεία, από τους διακόπτες έως τα καπάκια των 9 ηχείων από το εξαιρετικό 8κάναλο σύστημα των 800 W της JBL. Από τις πιο χαρακτηριστικές βελτιώσεις επισημαίνουμε το νέας γενιάς ΗΜΙ, με νέο navigation και πολλές επιπλέον λειτουργίες από ότι στο παρελθόν.

Οι δυνατότητες διασύνδεσης είναι πλέον πολύ περισσότερες με Apple CarPlay και Android Auto στον στάνταρ εξοπλισμό, ενώ διαθέτει και δυνατότητα update των συστημάτων σε πραγματικό χρόνο μέσω του cloud υπηρεσιών της εταιρίας. Σε ότι αφορά τα συστήματα ασφαλείας η ομπρέλα τεχνολογιών Toyota Sense διατίθεται στάνταρ σε όλες τις εκδόσεις, περιλαμβάνοντας όλα τις σύγχρονες τεχνολογίες όπως Pre-Collision Brake Assist, Adaptive Cruise Control με Full Speed Range Following Function, Lane Departure Alert, αυτόματη ενεργοποίηση της μεγάλης “σκάλας” των φώτων, αναγνώριση των πινακίδων, νέας γενιάς αισθητήρες παρκαρίσματος, σύστημα ελέγχου “τυφλού σημείου”, κ.λπ.

Επιμένοντας υβριδικά

Στα μηχανικά μέρη, η σημαντικότερη είδηση είναι η προσθήκη μιας δεύτερης υβριδικής επιλογής με τον κινητήρα των 2 λίτρων. Το τέταρτης γενιάς υβριδικό σύστημα της Toyota αποδίδει σ’ αυτή την περίπτωση 184 ίππους, έχοντας μία θερμοδυναμική απόδοση που αγγίζει το 41%, νούμερο κορυφαίο για αυτοκίνητο με κινητήρα εσωτερικής καύσης.

Σε σύγκριση με την υβριδική έκδοση των 122 ίππων που παραμένει στην γκάμα, καταφέρνει να έχει μόλις 10% αυξημένη κατανάλωση, ενώ και οι ρύποι είναι στα 118 g/km. Το σύστημα της Toyota υπόσχεται έως και 80% καθαρή ηλεκτρική λειτουργία σε αστικές μετακινήσεις ενώ διαθέτει και καινούργια μπαταρία η οποία είναι ελαφρύτερη αλλά με μεγαλύτερη ενεργειακή πυκνότητα και περισσότερα στοιχεία έτσι ώστε να τροφοδοτεί με το απαραίτητο ρεύμα τον ηλεκτροκινητήρα των 80 kW και των 202 Nm ροπής, ο οποίος έχει μία από τις καλύτερες σχέσεις βάρους-απόδοσης σε όλη την βιομηχανία.

Ο δίλιτρος κινητήρας εσωτερικής καύσης λειτουργεί με τον κύκλο Atkinson, εφαρμόζει αρκετές νέες ιδέες (όπως την υψηλής ταχύτητας συμπίεση με πολύ προσεγμένη έγχυση του καυσίμου ώστε να μειώνεται η διαδικασία της ανάφλεξης του καυσίμου), έχει συμπίεση στο 14:1, και πολλές νέες τεχνολογίες στην κεφαλή σε ότι αφορά την διαχείριση του καυσίμου, την έξοδο των καυσαερίων αλλά και την σύνθετη λειτουργία των βαλβίδων μέσω του διπλού VVT-I. O συγκεκριμένος κινητήρας είναι παράλληλα και ελαφρύτερος χάρη στην χρήση αλουμινίου σε πολλά επιμέρους στοιχεία αλλά και σε ολόκληρο το μπλοκ ενώ διαθέτει και ένα εξελιγμένο νέο σύστημα ψύξης. Το υβριδικό σύστημα είναι βελτιωμένο και αυτό σε αρκετά σημεία, με εξελιγμένη μονάδα κεντρικού ελέγχου, καλύτερο σύστημα κατανομής της ισχύος μεταξύ ηλεκτροκινητήρα και κινητήρα εσωτερικής καύσης,

H έκδοση με τον 1,8 λίτρων κινητήρα είναι εφοδιασμένο πλέον με μία μικρότερη, ελαφρύτερη και πιο δυνατή μπαταρία ιόντων λιθίου, χάρη στην οποία υπάρχει περισσότερη και πιο άμεση παροχή της ηλεκτρικής ισχύος. Την γκάμα ολοκληρώνει η τρίτη επιλογή, ο γνωστός 1,2 turbo, με 116 ίππους και 185 Nm ροπής, ο οποίος μπορεί να συνδυαστεί με μηχανικό κιβώτιο έξι σχέσεων (με rev match), είτε με το τυπικό CVT της Toyota που βρίσκουμε και στα υβριδικά, είτε σε όσα έχουν την κίνηση εμπρός είτε και στα τετρακίνητα.Στα υπόλοιπα μηχανικά μέρη δεν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές, αλλά ένα ραφινάρισμα των επιμέρους στοιχείων ώστε να αξιοποιηθεί καλύτερα η πλατφόρμα GA-C στην οποία βασίζεται το C-HR. Το δίλιτρο υβριδικό έχει νέα αμορτισέρ για καλύτερη ποιότητα κύλισης, ενώ κάποιες επεμβάσεις σε καίρια σημεία, έχουν μειώσει σημαντικά τον θόρυβο που φθάνει στην καμπίνα. 

Στην σύντομη οδηγική μας εμπειρία από την πρώτη ημέρα της παρουσίασης εδώ στην Πορτογαλία, είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε το C-HR με το δίλιτρο μοτέρ. Η πρώτη εντύπωση έχει να κάνει με την πανταχού παρούσα αίσθηση της δύναμης, κάτι που έλειπε μέχρι σήμερα από το αυτοκίνητο, και αδικούσε το πολύ καλό του πλαίσιο. Το κιβώτιο CVT δείχνει να έχει βελτιωθεί αρκετά σε λειτουργία και ταιριάζει περισσότερο με αυτό το set-up ισχύος και ροπής, χωρίς να γίνονται εμφανή τα εγγενή προβλήματα της σχεδίασης. Η ανάρτηση όντως είναι αισθητά βελτιωμένη με έναν χαρακτηριστικό premium αέρα και κορυφαία κύλιση στον αυτοκινητόδρομο, κάτι στο οποίο συνηγορεί και ο μειωμένος θόρυβος που φθάνει στο εσωτερικό, καθώς όπως φαίνεται η προσπάθεια με την ηχομόνωση έπιασε τόπο. 

Συνοψίζοντας, αυτό που αξίζει να μείνει από την σύντομη επαφή μας με το ανανεωμένο C-HR στην Πορτογαλία, είναι ότι παραμένει μία από τις ευτυχέστερες στιγμές της Toyota στην δεκαετία που πέρασε, και απτή απόδειξη ότι αν οι Ιάπωνες τολμήσουν, έχουν τα κότσια και τις δυνατότητες να πάνε πολύ μακριά. Για όσους μπορούν να συμβιβαστούν με τα γνωστά ζητήματα που θέτει η σχεδίαση (ιδίως στην κλειστοφοβική κατάσταση που επικρατεί για τους πίσω επιβάτες και το μικρό πορτ-μπαγκάζ), το C-HR είναι ένα ξεχωριστό SUV σε μία αγορά που δείχνει τάσεις ομογενοποίησης και έλλειψης ιδεών. Οι τιμές σε σχέση με τον εξοπλισμό παραμένουν μέσα στα πλαίσια του ανταγωνισμού (μπορείτε να τις δείτε αναλυτικά εδώ), το όνομα Toyota έχει -δικαίως- την δική του βαρύτητα και το C-HR βρίσκεται πλέον στην απόλυτη μηχανολογική αλλά και εμπορική ωριμότητά του.

Δείτε εδώ τις τιμές του ανανεωμένου Toyota C-HR στην ελληνική αγορά.