Ο δρόμος για το πλήρη εξηλεκτρισμό των οχημάτων που κυκλοφορούν στην Ευρώπη μέχρι το 2035 φαίνεται ότι δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Μόλις πριν από λίγες ημέρες έγινε γνωστό ότι η Πολωνία θα προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για να μπλοκάρει την απαγόρευση των ΜΕΚ το 2035 ενώ επισήμανε ότι την κίνησή της θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες.
Πλέον εμφανίζεται ακόμα ένα εμπόδιο, αυτή τη φορά από την μεριά του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου το οποίο μέσω της τελευταίας του έκθεσης εκφράζει φόβους ότι η προσπάθεια που καταβάλλει η Ευρώπη για να γίνει παγκόσμια δύναμη στην παραγωγή μπαταριών ενδέχεται να μην αποδώσει καρπούς και συνεπώς ο στόχος για μηδενικές εκπομπές έως το 2035 να μην επιτευχθεί.
Με τις μπαταρίες να έχουν αναδειχθεί σε σημείο-κλειδί για τον πολυπόθητο εξηλεκτρισμό του στόλου των οχημάτων, η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια διέθεσε τεράστια κονδύλια προκειμένου να δώσει μια ώθηση στην κατασκευή τους και να μειώσει την εξάρτηση από άλλες αγορές, όπως της Κίνας η οποία αντιπροσωπεύει σχεδόν το 76% της παγκόσμιας παραγωγής.
Μεταξύ του 2014 και του 2020, η βιομηχανία των μπαταριών έλαβε τουλάχιστον 1,7 δις ευρώ σε επιχορηγήσεις και εγγυήσεις δανείων από την ΕΕ, στις οποίες ήρθαν να προστεθούν κρατικές ενισχύσεις ύψους έως και 6 δις ευρώ που εγκρίθηκαν μεταξύ 2019 και 2021, κυρίως στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν διαθέτει συνολική εικόνα της δημόσιας στήριξης που παρέχεται στη βιομηχανία, γεγονός που εμποδίζει τον κατάλληλο συντονισμό και τη στόχευση.
Η ικανότητα παραγωγής μπαταριών στην ΕΕ αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, με δυνατότητα αύξησης από 44 GWh το 2020 σε 1.200 GWh έως το 2030. Ωστόσο, τίποτα δεν εγγυάται ότι η προβολή αυτή θα γίνει πραγματικότητα μιας και θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο από γεωπολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες.
Πρώτον, οι κατασκευαστές μπαταριών ενδέχεται να εγκαταλείψουν την ΕΕ στρεφόμενοι προς άλλες περιοχές, ιδίως τις ΗΠΑ, μια χώρα που τους προσφέρει σημαντικά κίνητρα. Σε αντίθεση με την ΕΕ, οι ΗΠΑ προσφέρουν άμεσες επιδοτήσεις στην παραγωγή ορυκτών και μπαταριών, καθώς και την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ με τη χρήση αμερικανικών εξαρτημάτων.
Δεύτερον, η ΕΕ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές πρώτων υλών, ως επί το πλείστον από λίγες χώρες με τις οποίες δεν έχει συνάψει εμπορικές συμφωνίες: το 87 % των εισαγωγών ακατέργαστου λιθίου προέρχεται από την Αυστραλία, το 80 % των εισαγωγών μαγγανίου από τη Νότια Αφρική και τη Γκαμπόν, το 68 % των εισαγωγών ακατέργαστου κοβαλτίου από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και το 40 % των εισαγωγών ακατέργαστου φυσικού γραφίτη από την Κίνα.
Αν και η Ευρώπη διαθέτει πολλά αποθέματα ορυκτών, ο χρόνος που μεσολαβεί από την ανακάλυψή τους έως την παραγωγή τους είναι τουλάχιστον 12?16 χρόνια, γεγονός που καθιστά αδύνατη την ταχεία ανταπόκριση στην αύξηση της ζήτησης. Ωστόσο, οι ισχύουσες συμβατικές ρυθμίσεις εξασφαλίζουν συνήθως τον εφοδιασμό με πρώτες ύλες μόνο για 2 ή 3 έτη μελλοντικής παραγωγής. Φέτος τον Μάρτιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε πράξη για τις κρίσιμες πρώτες ύλες για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, όπως επισημαίνει το ΕΕΣ.
Τρίτον, η ανταγωνιστικότητα της παραγωγής μπαταριών στην ΕΕ μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και της ενέργειας. Στα τέλη του 2020, το κόστος μιας συστοιχίας μπαταριών (200 ευρώ ανά kWh) ήταν υπερδιπλάσιο από το προβλεπόμενο ποσό. Μόνο τα τελευταία δύο χρόνια, η τιμή του νικελίου αυξήθηκε κατά περισσότερο από 70% και του λιθίου κατά 870%.
Το ΕΕΣ επικρίνει επίσης την έλλειψη ποσοτικοποιημένων, χρονικά προσδιορισμένων στόχων. Μέχρι το 2030, αναμένεται να κυκλοφορούν στους ευρωπαϊκούς δρόμους περί τα 30 εκατομμύρια οχήματα μηδενικών εκπομπών, ενώ είναι πιθανό σχεδόν όλα τα νέα οχήματα που θα ταξινομηθούν από το 2035 και μετά να λειτουργούν με μπαταρία. Ωστόσο, η τρέχουσα στρατηγική της ΕΕ δεν αξιολογεί την ικανότητα της βιομηχανίας μπαταριών να ανταποκριθεί σε αυτή τη ζήτηση.
Συνολικά, το ΕΕΣ προειδοποιεί ότι υπάρχουν δύο πιθανά χειρότερα σενάρια σε περίπτωση που η ικανότητα παραγωγής μπαταριών της ΕΕ δεν αυξηθεί σύμφωνα με τις προβλέψεις. Το πρώτο είναι ότι η ΕΕ θα μπορούσε να υποχρεωθεί να μεταθέσει την απαγόρευσή της αναφορικά με τα οχήματα με κινητήρες καύσης πέραν του 2035, με αποτέλεσμα να μην επιτύχει τους στόχους της για ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα.
Το δεύτερο είναι ότι, προκειμένου να καταφέρει να έχει έναν στόλο μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2035, η ΕΕ είναι πιθανό να αναγκαστεί να καταφύγει σε μεγάλο βαθμό σε μπαταρίες και ηλεκτρικά οχήματα που παράγονται εκτός της επικράτειάς της, εις βάρος της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας και του εργατικού δυναμικού της.
Πηγή: capital.gr






ΔΗΜΟΦΙΛΗ





