Ηλεκτροκίνηση: Να σώσουμε τον πλανήτη, αλλά να μην καταστρέψουμε την κοινωνία


Οικολογική συνείδηση ή επιχειρηματικές ευκαιρίες κρύβονται πίσω από τη βίαιη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση; Η αλήθεια πάντα βρίσκεται στη μέση…

Ίσως η σημαντικότερη είδηση της χρονιάς για τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας να βγήκε στις αρχές του Ιουνίου και έχει να κάνει με την ψήφιση από το Ευρωκοινοβούλιο της πλήρους απαγόρευσης των κινητήρων εσωτερικής καύσης από το 2035!

Θα περίμενε κανείς το σχέδιο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής να πάει λίγο πίσω με βάση τα νέα δεδομένα, δηλαδή τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις που έχει επιφέρει στην ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης. Μάλιστα, στην ίδια απόφαση της ΕΕ συμφωνήθηκε οι ρύποι στην Ευρώπη να μειωθούν από το 2030 στο 55% σε σχέση με το 2021, χρονιά που κάποιες ευρωπαϊκές χώρες και η Ελλάδα συμπεριλαμβανομένη  έχουν ανακοινώσει την πλήρη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση!

Ευλόγως θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς γιατί τέτοια βιασύνη και ιδίως από χώρες που έχουν σοβαρά θέματα με την ενεργειακή τους επάρκεια, κάτι που αναγκάζει την επιστροφή σε επικίνδυνες για το περιβάλλον μεθόδους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπως η καύση λιγνίτη ή η ενεργοποίηση πυρηνικών εργοστασίων (σ.σ. το παράδειγμα της γειτονικής Βουλγαρίας είναι χαρακτηριστικό).

Αλήθεια, ποιο  το όφελος της απαγόρευσης της πώλησης αυτοκινήτων με συμβατικούς κινητήρες, προκειμένου να κυκλοφορούν ηλεκτρικά που θα καταναλώνουν ρεύμα το οποίο έχει παραχθεί με επιβλαβή ή επικίνδυνη για το περιβάλλον διαδικασία και όχι αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές; Καμία!

Πιθανόν, αυτό να είναι το σχέδιο που με επίφαση τη  σωτηρία του πλανήτη, θα μετατρέψει το αυτοκίνητο, ένα μέσο με τόσες προεκτάσεις στον ψυχισμό μας, σε ένα πλήρως βιομηχανικό προϊόν, όπως ένα πλυντήριο ρούχων, για το οποίο το μόνο που θα μπορούμε να αξιολογούμε είναι τα kW του ηλεκτρικού μοτέρ και την περιβαλλοντική του βαθμίδα.

Το σώφρον θα ήταν, από τη στιγμή που οι οδικές μεταφορές δεν αποτελούν τους βασικούς ρυπαντές του πλανήτη, καθώς επιβαρύνουν με τις εκπομπές τους κατά 11,9 %, ενώ τα ΙΧ κατά 7,4% από το σύνολο των εκπομπών CO2 που εκλύονται, να δημιουργηθούν πρώτα οι υποδομές, δηλαδή δημιουργία δικτύου φόρτισης των EVs μόνο με ρεύμα από ΑΠΕ, αλλά και ένα ξεκάθαρο πλαίσιο χρεώσεων και έπειτα να προχωρήσει η αυστηριοποίηση του πλαισίου.

Δεν αμφιβάλλουμε πως τα ηλεκτρικά οχήματα, εφόσον καταναλώνουν «πράσινο» ρεύμα, συνεισφέρουν στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Ούτε, επίσης, υπάρχει καμία αμφιβολία πως μιας νέας γενιάς κινητήρες εσωτερικής καύσης συνδυαστικά με υβριδικά συστήματα και προηγμένα καύσιμα (σ.σ. συνθετικά;) θα μπορούσαν να αποτελέσουν το σκαλοπάτι για μια πιο ήπια μετάβαση, που θα μπορέσει να «σηκώσει» ο μέσος πολίτης.

Έχουν σκεφτεί όλοι εκείνοι που παίρνουν τις αποφάσεις αυτές το πού απευθύνονται και κατά πόσο η κοινωνία μπορεί να τις ακολουθήσει, με τις χαοτικές διαφορές που ήδη έχουν δημιουργηθεί; Θυμίζουμε πως προ κορωνοϊού, κάποιος με 20.000-25.000 ευρώ μπορούσε να αγοράσει ένα αξιοπρεπέστατο οικογενειακό αυτοκίνητο, ενώ σήμερα  με την τεχνική (σ.σ. έως ένα σημείο) μείωση της παραγωγής από τα εργοστάσια, προκειμένου να αυξηθεί η κερδοφορία τους, θα πρέπει να δώσει 20-30% περισσότερα. Ο ίδιος σε 7,5 χρόνια από σήμερα (!), ελλείψει άλλων επιλογών, θα κληθεί προκειμένου να αγοράσει ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο που είναι δεδομένο πως έχει μικρότερο κατασκευαστικό κόστος, να δώσει τα διπλάσια χρήματα. Πόσες πιθανότητες δίνετε να συμβεί κάτι τέτοιο, όσα γενναία προγράμματα επιδοτήσεων και εάν δοθούν; Εξάλλου, διόλου τυχαία δεν είναι η μέτρια απήχηση της ηλεκτροκίνησης όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά συνολικά στην Ευρώπη, αποτέλεσμα των υψηλών τιμών, της έλλειψης υποδομών, αλλά και της υπερβολικής πίεσης που ασκείται στον κόσμο, με τα μέτρα και τα αντίμετρα που κάθε τόσο ανακοινώνονται.

Είναι προφανές πως η αυτοκινητοβιομηχανία και το περίφημο λόμπυ της πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση πιστεύοντας πως έτσι θα αποκομίσει περισσότερα κέρδη, παράγοντας λιγότερα αυτοκίνητα και πουλώντας τα πιο ακριβά, θεωρώντας πως η απλούστευση της παραγωγικής εργασίας (σ.σ. ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο χρειάζεται κατά μέσο όρο 10 ώρες παραγωγής, ενώ ένα συμβατικό 30 ώρες), αλλά και η διαφοροποίηση της πώλησης μέσω ψηφιακών υπηρεσιών και η περικοπή δικτύων πώλησης θα απογειώσει τα έσοδά της. Πιθανόν, αυτό να είναι το σχέδιο που με επίφαση τη  σωτηρία του πλανήτη, θα μετατρέψει το αυτοκίνητο, ένα μέσο με τόσες προεκτάσεις στον ψυχισμό μας, σε ένα πλήρως βιομηχανικό προϊόν, όπως ένα πλυντήριο ρούχων, για το οποίο το μόνο που θα μπορούμε να αξιολογούμε είναι τα kW του ηλεκτρικού μοτέρ και την περιβαλλοντική του βαθμίδα. Και το οποίο θα μας αποστέλλεται στο σπίτι, αφού το έχουμε επιλέξει αποκλειστικά μέσω ψηφιακής πλατφόρμας, προκειμένου να έχουμε τη χρήση του, όχι την ιδιοκτησία…

Γίνεται κατανοητό πως πίσω από την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής κάποιοι ορέγονται υπερκέρδη (ναι, είναι οι ίδιοι που συμμετέχουν μα τον Α ή Β τρόπο στον πόλεμο της Ουκρανίας και στην τεράστια καταστροφή που συντελείται, οι ίδιοι που έχουν μεταφέρει την παραγωγή τους σε χώρες του Τρίτου Κόσμου με ανύπαρκτα περιβαλλοντικά πρωτόκολλα, οι ίδιοι που στον βωμό του κέρδους δεν έχουν καμία κοινωνική συνείδηση), διαβλέποντας νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και αδιαφορώντας για τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που θα έχει κάτι τέτοιο. Είναι ξεκάθαρο πως  η βίαιη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση θα περικόψει μια σειρά επαγγελμάτων και επαγγελματιών στον κλάδο του αυτοκινήτου: Από τον πωλητή και το συνεργείο μέχρι και τον υπάλληλο του βενζινάδικου και όχι μόνον.

 Άποψή μας είναι πως, ναι, να σώσουμε τον πλανήτη, αλλά να μην καταστρέψουμε την κοινωνία. Χρειάζονται ρεαλιστικές πολιτικές της οποίες μπορεί να υποστηρίξει ο μέσος πολίτης, αλλά και το ίδιο το κράτος σε επίπεδο υποδομών. Αλλιώς, θα επιβεβαιωθεί για ακόμα μία φορά η ρήση με την επιτυχημένη εγχείρηση και την άσχημη κατάληξη του ασθενή…