Η Lamborghini Jalpa έγινε 40 ετών


H Lamborghini παρουσίασε το 1981 την Jalpa, ένα προσιτότερο και πιο συμβατικής σχεδίασης νέο sportscar μοντέλο της, η οποία είχε V8 κινητήρα που απέδιδε 259 PS και η τελική ταχύτητά της έφτανε 249 km/h.

  • ΚΕΙΜΕΝΟ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΖΩΓΛΟΠΙΤΗΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΡΧΕΙΟ.
  • 18/11/2021

Τον Μάρτιο του 1981, οι επισκέπτες του «51ου Σαλονιού Αυτοκινήτου της Γενεύης» είδαν ένα πιο «προσγειωμένο» νέο μοντέλο στο περίπτερο της Lamborghini. Ήταν η Jalpa, ένα καινούργιο όχημα της ιταλικής εταιρείας το οποίο δημιουργήθηκε για να προσελκύσει περισσότερους πελάτες σε αυτή. 

Η Jalpa, δεν είχε την εκπληκτική (αλλά και εξεζητημένη) μορφή τής Countach, η οποία παρουσιάστηκε το 1974. Αντιθέτως, ήταν σκόπιμα πιο συμβατική σε σχεδίαση, με σκοπό να την προτιμήσουν όσοι ήθελαν ένα πιο χρηστικό αυτοκίνητο της εταιρείας, συγκριτικά. 

Ήταν η τρίτη προσπάθεια στην ως τότε ιστορία τής Lamborghini να δημιουργήσει ένα όχημά της το οποίο να απευθύνεται σε περισσότερους αγοραστές, έπειτα από την Urraco (1970) και τη Silhouette P300 (1976). Και τα δύο αυτά μοντέλα της δεν είχαν την αναμενόμενη εμπορική πορεία, γεγονός που επέτεινε τα οικονομικά προβλήματα τα οποία αντιμετώπιζε η εταιρεία τη δεκαετία του 1970.

Από το 1972 έως και το 1978, όπου θα χρεωκοπήσει, η Lamborghini θα αλλάξει τρεις φορές ιδιοκτήτη. Το 1980, ανετέθη η αναγκαστική διαχείρισή της στα αδέλφια Patrick και Jean-Claude Mimran, με τον πρώτο να αναλαμβάνει χρέη Διευθύνοντος Συμβούλου. Υπό την καθοδήγησή του, η εταιρεία έπαψε να έχει μόνο την Countach, καθώς δημιουργήθηκε η Jalpa (1981) και η μοναδική στο είδος της LM002.

Μια αζήτητη Silhouette...

Πριν αναλάβουν οι αδερφοί Mimran, η εταιρεία είχε κατασκευάσει 53 Silhouette. Οι 52 από αυτές είχαν ήδη πουληθεί αλλά μία, η τελευταία, παρέμενε στα αζήτητα, στις εγκαταστάσεις τής Lamborghini. Ο Patrick Mimran αποφάσισε να την αξιοποιήσει με διαφορετικό τρόπο. Αντί να βρει τρόπο να την πουλήσει, επιτέλους, την έδωσε να αποτελέσει τη βάση για την εξέλιξη ενός νέου μοντέλου. 

Η συγκεκριμένη Silhouette, η οποία είχε τον αριθμό πλαισίου 40.058, επέστρεψε στην Carrozzeria Bertone, οι σχεδιαστές της οποίας ανέλαβαν να δημιουργήσουν μια νέα φόρμα. Γράφουμε επέστρεψε επειδή το συγκεκριμένο μοντέλο το είχε σχεδιάσει ο Marc Deschamps, ο οποίος στις αρχές του 1980 ήταν Διευθυντής Σχεδιασμού στον ιταλικό οίκο.

Αυτός επιμελήθηκε το στυλ τού νέου μοντέλου το οποίο ολοκληρώθηκε με τη συμβολή και του Giulio Alfieri, του τότε Γενικού Διευθυντή αλλά και Τεχνικού Διευθυντή της Lamborghini. Από τη συνεργασία των δύο ανδρών δημιουργήθηκε ένα καινούργιο όχημα το οποίο στη βασική γραμμή του θύμιζε τη μορφή τής Silhouette.

Επίσης, έπρεπε να βρεθεί η ονομασία τού καινούργιου μοντέλου κάτι που δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, με βάση την παράδοση ονοματοδοσίας που ακολουθεί διαχρονικά η Lamborghini. Επέλεξαν το Jalpa από το είδος εκτρεφόμενων ισπανικών ταύρων «Jalpa Kandachia».

Η Jalpa, η οποία κατά τη διάρκεια εξέλιξης και δημιουργίας της είχε την κωδική ονομασία «Tipo P118/B», ουσιαστικά ήταν μια μετεξέλιξη της Silhouette (η οποία είχε την κωδική ονομασία ««Tipo P118»). Είχε τη δική της σχεδιαστική ταυτότητα, αλλά το γενικότερο σχήμα της απηχούσε αυτό των Urraco και Silhouette, ως το επιστέγασμα μιας αισθητικής διαδοχικότητας μεταξύ των τριών. 

Οι άνθρωποι της Lamborghini επέλεξαν να είναι το αμάξωμα της Jalpa τύπου Targa, καθώς αυτή ήταν η μόδα στα οχήματα της συγκεκριμένης κατηγορίας οχημάτων στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Είχαν προηγηθεί η Porsche 911 και Ferrari 308 GTS με τέτοιο αμάξωμα οι οποίες είχαν απήχηση στους υποψήφιους αγοραστές, ιδίως στις ΗΠΑ. Τo αφαιρούμενo τμήμα της οροφής αποθηκεύοταν πίσω από τα δύο καθίσματα όταν δεν ήταν τοποθετημένο σε αυτή. 

Κινητήρας, ισχύς

Ο κινητήρας τής Jalpa ήταν V8 με περιεχόμενη γωνία 90 μοιρών και είχε χωρητικότητα 3.485 cc. Ουσιαστικά, προερχόταν από τον τρίλιτρο V8 που υπήρχε στη Silhouette αλλά για το νέο μοντέλο αποφασίστηκε να αυξηθεί ο κυλινδρισμός του στα 3,5 λίτρα. Ήταν αλουμινένιος, είχε τέσσερις εκκεντροφόρους επικεφαλής που κινούνταν με καδένα, διέθετε τέσσερα διπλά καρμπυρατέρ κάθετης ροής «Weber 42 DCNF» και η συμπίεσή του ήταν 9,2:1.

Στην Jalpa, η μέγιστη ισχύς τού κινητήρα έφτανε τους 259 PS/7.000 rpm και η μέγιστη ροπή τα 305 Nm/4.000 rpm για τα οχήματα που θα πωλούνταν στην Ευρώπη. Για όσα προορίζονταν για τις ΗΠΑ, η μέγιστη ισχύς έφτανε τους 255 PS/7.000 rpm και η μέγιστη ροπή τα 313 Nm/3.500 rpm. Σύμφωνα με τα στοιχεία από τη Lamborghini, το αυτοκίνητο επιταχυνόταν από τα 0-100 km/h σε 6,0 sec και η τελική ταχύτητά του έφτανε τα 249 km/h.

Η παραγωγή τής Jalpa ξεκίνησε το 1982. Το πλαίσιό της ήταν ατσάλινο, είχε μαύρους προφυλακτήρες εμπρός και πίσω, ενώ οι τροχοί του ήταν 16 ιντσών και ίδιου σχήματος με αυτούς του πρωτότυπου Athon που παρουσίασε το 1980 η Carrozzeria Bertone για να δηλώσει έμπρακτα την υποστήριξή της στη Lamborghini, η οποία τότε δοκιμαζόταν οικονομικά και επιχειρηματικά. Επίσης, το νέο sportscar τής ιταλικής εταιρείας διέθετε χαμηλού προφίλ ελαστικά Pirelli P7, συνεχίζοντας έτσι τη συνεργασία μεταξύ τους.

Δύο χρόνια αργότερα, το 1984, παρουσιάστηκε η επανασχεδιασμένη Jalpa η οποία χαρακτηρίστηκε με τη φράση «Seconda Serie» (Δεύτερη Σειρά). Σε αυτή, οι προφυλακτήρες και οι αεραγωγοί ήταν βαμμένοι στο χρώμα του αμαξώματος, τα πίσω φώτα έγιναν στρογγυλά (από παραλληλόγραμμα) και ανανεώθηκε το εσωτερικό της αναφορικά με την επένδυσή του.

Η Jalpa παρέμεινε στη παραγωγή ως το 1988και κατασκευάστηκε σε 420 μονάδες, σύμφωνα με τη Lamborghini. Για πολλά χρόνια δεν υπήρχαν σχέδια για τη δημιουργία τής επόμενης γενιάς της, καθώς η εταιρεία συνέχιζε να αντιμετωπίζει προβλήματα και τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, αυτό άλλαξε το 2003 όταν παρουσιάστηκε η Gallardo, η οποία θεωρείται άμεσος αντικαταστάτης τής Jalpa. H Lamborghini άνηκε πλέον στον Όμιλο VAG, από το 1998, και τέθηκαν οι βάσεις για μια άνευ προηγουμένου επιτυχημένη εμπορική πορεία της ιταλικής εταιρείας, όπως αποδείχτηκε στο πέρασμα των χρόνων έκτοτε.